Του Γιώργου Μουρμούρη
Οφείλουμε, από την πλευρά των μικρομεσαίων πολιτών και επιχειρήσεων, να αναγνωρίσουμε τη συνέπεια λόγων και έργων, καθώς μειώθηκαν όλοι οι φόροι για τους οποίους υπήρχε προεκλογική δέσμευση, προστέθηκαν οι μειώσεις σε κάποιους φόρους για τους οποίους δεν είχε γίνει αναφορά προεκλογικά, όπως κατάργηση φορολογίας για γονικές παροχές με περιουσίες μέχρι 800.000 ευρώ και, συνολικά, μειώθηκε η φορολογία στο κεφάλαιο, στα μερίσματα για τις επιχειρήσεις».
Με τα λόγια αυτά, ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πει¬ραιά (ΕΒΕΠ), Βασίλης Κορκίδης, σχολίαζε στις 23 Ιανουαρίου όσα ανέφερε ο πρωθυπουργός στη θεματική συνέντευξη Τύπου για την οικονομία, που είχε παραχωρήσει νωρίτερα την ίδια ημέρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το κεφάλαιο, όχι μόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις αλλά και τμήματα των μεσοστρωμάτων, έχουν κάθε λόγο να νιώθουν ικανοποίηση με τις «επιδόσεις» της κυβέρνησης στον τομέα της οικονομίας. Τόσο για τον «κανονιοβολισμό» φοροαπαλλαγών, χαριστικών ρυθμίσεων, φορολογικών ή άλλων επενδυτικών..
«κινήτρων», για τις διαρκείς αντεργατικές ρυθμίσεις που προστίθενται στο απέραντο «οπλοστάσιο» της εποχής των μνημονίων, όσο και για τα δισεκατομμύρια, αθροιστικά, των απευθείας ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στις επιχειρήσεις την περίοδο της πανδημίας, εκ των οποίων το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό κατέληξε στα ανώτερα μεσαία στρώματα και στο μεγάλο κεφάλαιο.
Την περίοδο εκείνη του εγκλεισμού και της υγειονομικής ανασφάλειας, ενόσω η κυβέρνηση δημιουργούσε κοινωνικές συμμαχίες με τμήματα των μεσοστρωμάτων με βάση τη ροή χρηματοδότησης και ενίσχυε ανοιχτά το μεγάλο κεφάλαιο, δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι ζούσαν με τα 534 ευρώ της αποζημίωσης ειδικού σκοπού — πριν μετατραπούν μέσα σε λίγες εβδομάδες, το καλοκαίρι του 2021, στο φθηνό καύσιμο της εκρηκτικής ανάκαμψης που κατέγραψε έκτοτε η ελληνική οικονομία (εκτιμάται ότι το 2022 η ανάπτυξη άγγιξε το 6%, κινούμενη υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης). Είναι ενδεικτικό ότι οι μέσες μηνιαίες αποδοχές των μισθωτών (δείκτης που περιλαμβάνει από υψηλά αμειβόμενα στελέχη μέχρι τους δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό) διαμορφώθηκαν το 2022 σε 1.176,5 ευρώ (μεικτά) έναντι 1.046,3 ευρώ το 2019. Το κέρδος για τους μισθωτούς δηλαδή την τετραετία της διακυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν... 130,3 ευρώ (μεικτά) τον μήνα, την ώρα που ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε στην τετραετία κατά 9,73% και ενώ μόνο το α' εξάμηνο του 2022 τα καθαρά κέρδη των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών επιχειρήσεων άγγιξαν τα 5,34 δισ. ευρώ.
Τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, άλλωστε, εργαζόμενοι και φτωχά λαϊκά στρώματα πληρώνουν την αλματώδη άνοδο του πληθωρισμού, την ενεργειακή κρίση και ευρύτερα την εκτόξευση του κόστους ζωής. Είναι ενδεικτικό ότι το φθινόπωρο του 2022, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμε-τρο, το 85% των ερωτηθέντων δήλωναν ότι δυσκολεύονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους τουλάχιστον «ορισμένες φορές», με το 35% να δηλώνει ότι δυσκολεύεται «τις περισσότερες φορές». Υπολογίζεται, δε, ότι η εκτόξευση του κόστους ζωής έχει οδηγήσει τους χαμηλόμισθους στην Ελλάδα να καταβάλλουν το 49% του μηνιαίου εισοδήματός τους για την κάλυψη πάγιων αναγκών, χωρίς να συνυπολογίζεται το κόστος στέγασης.
Η εικόνα αυτή δεν έτυχε αλλά πέτυχε. Ήταν ο συνειδητός στόχος της στρατηγικής της «εσωτερικής υποτίμησης» που ακολουθήθηκε με συνέπεια από όλες τις κυβερνήσεις την περίοδο των μνημονίων, ενώ με την επιστροφή στην καπιταλιστική ανάπτυξη η υποτίμηση παρέμεινε στον τομέα των μισθών, ενόσω το κόστος ζωής εκτινασσόταν. Οι αυξήσεις που έχουν δοθεί τα τελευταία χρόνια στον κατώτατο μισθό δεν φτάνουν για να καλύψουν ούτε καν τις απώλειες από την εκτόξευση του πληθωρισμού, πόσο μάλλον να βελτιώσουν τη θέση των εργαζομένων. Ενώ το αντεργατικό οπλοστάσιο που έχει θεσπιστεί έχει δώσει στους επιχειρηματίες τον «αέρα» να απολύουν ακόμα και. στο άκουσμα του αιτήματος για αυξήσεις, όπως έγινε πρόσφατα στην Green Properties.
Την εικόνα αυτή της παγιωμένης αθλιότητας για εργαζόμενους και λαϊκά στρώματα, ταυτόχρονα με την με κάθε τρόπο ενίσχυση του κεφαλαίου, επιχειρεί να «φτιασιδώσει» η κυβέρνηση με τα διαφόρων ειδών επιδόματα και «pass». Ο στόχος, πολλαπλός: Να διατηρείται ένα μίνιμουμ δίχτυ προστασίας έναντι της ακραίας φτώχειας, να αναπαράγεται ένας μηχανισμός οικονομικής και πολιτικής ενσωμάτωσης, αλλά και να προσφέρεται ένα προπαγανδιστικό εργαλείο στην κυβέρνηση και τα φίλια ΜΜΕ, όπως δείχνει η διαρκής φιλολογία για το διαβόητο «καλάθι του νοικοκυριού». Πρόκειται, άλλωστε, για παρεμβάσεις των οποίων η παράταση τίθεται διαρκώς υπό αίρεση, ενώ ενδεικτική είναι η περίπτωση του market pass, το οποίο πρόκειται να τεθεί σε ισχύ από τον Φεβρουάριο μέχρι και τον Ιούλιο του 2023, μέχρι δηλαδή το ανώτατο όριο λήξης της θητείας της παρούσας κυβέρνησης. Άλλωστε, τεχνοκράτες και «ειδικοί» ήδη κραδαίνουν το «μαστίγιο» της δημοσιονομικής πειθαρχίας, καθώς η Ελλάδα καλείται να επιστρέψει σε δημοσιονομικά πλεονάσματα εντός του τρέχοντος έτους.
Υπό το πρίσμα όλων αυτών, η μανιώδης προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να σφυρηλατήσει για τον εαυτό της την εικόνα του «γαλαντόμου άρχοντα» στο «90'» της τετραετίας, μοιάζει περισσότερο με μια απελπισμένη προσπάθεια να ξεχαστούν τα «έργα και οι ημέρες» της διακυβέρνησής της, αλλά και να καλυφθεί το «μαστίγιο» που αχνοφαίνεται στον δρόμο για την «επενδυτική βαθμίδα», παρά με κάποια παροχολογία «από τα παλιά». Σήμερα, τίποτα δεν θα μας δοθεί, αν δεν το πάρουμε μόνοι μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου