Μια γνωμοδότηση-καταπέλτη, υπέρ της άμεσης μονιμοποίησης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών που συμπλήρωσαν τη δοκιμαστική διετία αλλά παραμένουν «όμηροι» της αξιολόγησης καθώς οι αρμόδιες διευθύνσεις, καθ' υπόδειξη του Υπουργείου Παιδείας, δεν τους μονιμοποιούν αν προηγουμένως δεν αξιολογηθούν, παρουσιάζει σήμερα το alfavita.gr.
Η γνωμοδότηση αυτή, που παρουσιάζουμε ολόκληρη, προέρχεται από τον δικηγόρο κ. Παλαιολόγο Π.Παλαιολόγο και συντάχθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2023 κατόπιν σχετικής ερώτησης από τον Σύλλογο Εκπαιδευτικών Π.Ε «Ο Αριστοτέλης».
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, οι αποφάσεις της (πρώην) υπουργού Παιδείας που προέβλεψαν αυτή τη διαδικασία πάσχουν αντισυνταγματικότητας καθ’ ο μέρος επιβάλλουν ίδια διαδικασία και κριτήρια αξιολόγησης για τους δόκιμους και μόνιμους εκπαιδευτικούς.
«Ειδικότερα, παρανόμως και αυθαιρέτως εξομοιώνουν ανόμοιες καταστάσεις ήτοι τους δόκιμους εκπαιδευτικούς η αξιολόγησή των οποίων έχει ως αντικείμενο την κρίση περί της καταλληλότητά τους και αποβλέπει τελικά στην μονιμοποίησή τους, με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς η αξιολόγηση των οποίων αποσκοπεί με την βελτίωση της απόδοσής τους και την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου και της παρεχόμενης δημόσιας εκπαίδευσης και κατά συνέπεια συνδέεται με την υπηρεσιακή τους εξέλιξη», αναφέρει ο δικηγόρος.
Επιπλέον, ακόμη κι αν κριθεί ότι οι ανωτέρω νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα, «η έναρξη και λήξη της αξιολογικής διαδικασίας ανήκει στα καθήκοντα και δη στην αρμοδιότητα των οργάνων αξιολόγησης, τα οποία οφείλουν να προβούν στις προβλεπόμενες εκ του νόμου ενέργειες και διοικητικές πράξεις, ώστε η διαδικασία αξιολόγησης να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τη λήξη διετούς δοκιμαστικής περιόδου. Εν απουσία άλλης αντίθετης ειδικής διατάξεως νόμου, σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η ως άνω προθεσμία και συγκεκριμένα, σε περίπτωση που τα αρμόδια όργανα αδρανήσουν και η αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών δεν λάβει χώρα, εφαρμοστέα είναι η γενική διάταξη του άρθρου 40 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα και η μονιμοποίηση επέρχεται αυτοδικαίως με την λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, με απόφαση του οικείου ΠΥΣΔΕ που εκδίδεται εντός 2 μηνών από την λήξη της ανωτέρω δοκιμαστικής περιόδου.»
Να σημειωθεί ότι για το ζήτημα αυτό θα γίνει την Παρασκευή νέα κινητοποίηση εκπαιδευτικών ενώ αρκετοί έχουν προσφύγει και δικαστικά κατά της καθυστέρησης μονιμοποίησής τους και η εκδίκαση των πρώτων προσφυγών αναμένεται να γίνει τον Νοέμβριο.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της γνωμοδότησης
ΟΛΟ ΤΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΟΥΣ
Ερωτηθήκαμε από τον ΣΥΛΛΟΓΟ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ‘’Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ’’ αν δύναται το αρμόδιο Περιφερειακό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης να μην προβεί στην μονιμοποίηση εκπαιδευτικού που συμπληρώνει διετία από το διορισμό του σε περίπτωση που δεν έχει προηγηθεί η αξιολόγησή του κατά τις κείμενες διατάξεις.
Ι. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
Α. Με το άρθρο 2 του Κώδικα Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) ορίζεται ότι «1. Στις διατάξεις του παρόντος Κώδικα υπάγονται οι πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι του κράτους και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. 2. Υπάλληλοι ή λειτουργοί του κράτους ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίοι, κατά συνταγματική ή νομοθετική πρόβλεψη, διέπονται από ειδικές διατάξεις, καθώς και οι υπάλληλοι των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από τις ειδικές γι` αυτούς διατάξεις». Επιπλέον, με τη διάταξη του άρθρου 40 αυτού ορίζεται ότι
«1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, που διορίζονται σε οργανικές θέσεις, διανύουν δύο (2) έτη δοκιμαστικής υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της οποίας απολύονται για λόγους που ανάγονται στην υπηρεσία τους μόνο μετά από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου.
2. Οι δόκιμοι υπάλληλοι, κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής υπηρεσίας τους, παρακολουθούν προγράμματα εισαγωγικής εκπαίδευσης που οργανώνονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 47 του παρόντος.
3. Με τη συμπλήρωση της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας οι υπάλληλοι μονιμοποιούνται αυτοδίκαια, με εξαίρεση τους υπαλλήλους στους οποίους έχει επιβληθεί πειθαρχική ποινή ή για τους οποίους υφίσταται πειθαρχική εκκρεμότητα ή υπάρχει δυσμενής έκθεση Αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων. Στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις για τη μονιμοποίηση ή μη αποφαίνεται το υπηρεσιακό συμβούλιο εντός δύο (2) μηνών από τη συμπλήρωση της δοκιμαστικής υπηρεσίας. Για την αυτοδίκαιη μονιμοποίηση εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του οργάνου που είναι αρμόδιο για το διορισμό. … 6. Ειδικές διατάξεις που προβλέπουν δοκιμαστική υπηρεσία μεγαλύτερης διάρκειας εξακολουθούν να ισχύουν».
Β. Περαιτέρω, με το π.δ. 140/1998 που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 8 παρ. 4 περ. Ι του ν. 2525/1997, καθορίσθηκαν οι όροι και η διαδικασία της μονιμοποίησης των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και υπηρεσιακής εξέλιξης αυτών, οι παρεχόμενες εγγυήσεις στους αξιολογούμενους και η διαδικασία οριστικοποίησης των εκθέσεων αξιολόγησης. Ειδικότερα, με το άρθρο 2 αυτού ορίσθηκε ότι «1. Για τη μονιμοποίηση των διοριζομένων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αποφασίζει το αντίστοιχο περιφερειακό υπηρεσιακό συμβούλιο. Αναγκαία προϋπόθεση για τη μονιμοποίηση είναι η σύνταξη έκθεσης αξιολόγησης της παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας αυτών. 2. Εκθέσεις αξιολόγησης συντάσσονται κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής θητεία του εκπαιδευτικού από το διευθυντή της σχολικής μονάδας, στην οποία υπηρετεί ο εκπαιδευτικός και από τον οικείο σχολικό σύμβουλο. 3.Ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας αξιολογεί α) την υπηρεσιακή συνέπεια την υπευθυνότητα και την ανάπτυξη πρωτοβουλιών από τον εκπαιδευτικό και β) τη συνεργασία και επικοινωνία αυτού με εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς. 4.Ο Σχολικός Σύμβουλος αξιολογεί: α) την επιστημονική κατάρτιση του εκπαιδευτικού και β) την παιδαγωγική και διδακτική ικανότητα ούτου. 5. Στο τέλος της δοκιμαστικής θητείας του εκπαιδευτικού, τριμελείς επιτροπές, αποτελούμενες από μόνιμους αξιολογητές, που ορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης Σχολικής Μονάδας (Ε.Α.Σ.Μ.), εξετάζουν τον υπηρεσιακό φάκελο του, την πληρότητα μιας επιστημονικής εργασίας που πρέπει να έχει εκπονήσει ο αξιολογούμενος σε αντικείμενο σχετικό με την ειδικότητα του, καθώς και την επάρκεια σχεδίου υποδειγματικής διδασκαλίας που έχει συντάξει ο ίδιος. Οι τριμελείς επιτροπές λαμβάνουν υπόψη τους τις εκθέσεις αξιολόγησης που έχουν συνταχθεί από το Διευθυντή της Σχολικής Μονάδας και τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο και συντάσσουν τη δική τους έκθεση αξιολόγησης την οποία υποβάλλουν, μαζί με όλο τον υπηρεσιακό φάκελο του κρινόμενου εκπαιδευτικού, στο αρμόδιο για τη μονιμοποίηση περιφερειακό υπηρεσιακό συμβούλιο. Από την υποχρέωση της εκπόνησης επιστημονικής εργασίας απαλλάσσεται ο εκπαιδευτικός εάν είναι κάτοχος Master ή διδακτορικού διπλώματος στο αντικείμενο της ειδικότητας. Κατά την εξέταση των αξιολογικών αυτών στοιχείων, η τριμελής επιτροπή, εάν το κρίνει αναγκαίο ή σκόπιμο μπορεί να καλέσει σε προφορική συνέντευξη τον αξιολογούμενο για παροχή διευκρινίσεων στα κρινόμενα αξιολογικά στοιχεία. Στην περίπτωση αυτή η τριμελής επιτροπή συντάσσει σχετικό συνοπτικό πρακτικό, στο οποίο διατυπώνονται τα αντίστοιχα συμπεράσματα από την προφορική συνέντευξη του αξιολογούμενου. 6. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης του υπηρεσιακού συμβουλίου, επαναλαμβάνονται οι διαδικασίες αξιολόγησης εντός του επομένου διδακτικού έτους, μετά από ένσταση του εκπαιδευτικού, που ασκείται εντός τριάντα ημερών από την γνωστοποίηση της κρίσης στο κεντρικό υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο και αποφασίζει τελικά». Με το άρθρο 5 παρ. 2 α του ν. 2986/2002 ορίσθηκε δε ότι «2. Η αξιολόγηση είναι περιοδική και αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με προτεραιότητα στις εξής κατηγορίες: α) των εκπαιδευτικών για μονιμοποίηση και υπηρεσιακή εξέλιξη ……». Επίσης, με το άρθρο 11 και 12 του π.δ. 1/2003 τα Περιφερειακή Υπηρεσιακά Συμβούλια Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αποφασίζουν για τη μονιμοποίηση των εκπαιδευτικών μετά τη λήξη διετούς δοκιμαστικής περιόδου..
Με τον ν. 3848/2010 «Αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού καθιέρωση κανόνων αξιολόγησης και αξιοκρατίας στην εκπαίδευση και Λοιπές διατάξεις» και συγκεκριμένα το άρθρο 4 αυτού ρυθμίστηκαν εκ νέου τα ζητήματα διορισμού και τοποθέτησης του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού προσωπικού και συγκεκριμένα με τις παραγράφους 5 εώς 9 προβλέφθηκε ότι «5. Ο νεοδιοριζόμενος εκπαιδευτικός υπηρετεί επί δύο έτη ως δόκιμος εκπαιδευτικός προκειμένου να προετοιμασθεί για να αναλάβει πλήρως το διδακτικό και παιδαγωγικό του έργο. Η προετοιμασία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την εξοικείωση του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού με το εκπαιδευτικό περιβάλλον και την εισαγωγική επιμόρφωση. 6. Για την καθοδήγηση και υποστήριξη του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού ορίζεται από τον αρμόδιο σχολικό σύμβουλο σε συνεργασία με τον διευθυντή της σχολικής μονάδας ο μέντορας του. Ο μέντορας πρέπει να έχει μεγάλη εκπαιδευτική και διδακτική εμπειρία και να υπηρετεί ως εκπαιδευτικός στην ίδια σχολική μονάδα ή την ίδια ομάδα σχολείων. 7. Το περιεχόμενο και η διάρκεια της εισαγωγικής επιμόρφωσης, τα ειδικότερα προσόντα των μεντόρων, ο τρόπος επιλογής τους, τα ειδικότερα καθήκοντα τους, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 8. Στο τέλος του δεύτερου έτους ο νεοδιοριζόμενος εκπαιδευτικός αξιολογείται ώστε να κριθεί αν είναι κατάλληλος να μονιμοποιηθεί ως εκπαιδευτικός. Τα όργανα, η διαδικασία και τα ειδικότερα κριτήρια μονιμοποίησης των νεοδιοριζόμενων εκπαιδευτικών, καθώς και τυχόν αναγκαίες λεπτομέρειες καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και θρησκευμάτων. 9. Αν ο νεοδιοριζόμενος δεν κριθεί κατάλληλος να μονιμοποιηθεί ως εκπαιδευτικός εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του Κεφαλαίου Α` του άρθρου 16 του ν. 1566/1985 (ΦΕΚ 167 Α`)». Για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων δεν εκδόθηκε προεδρικό διάταγμα, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να εφαρμόζονται προκειμένου για τη μονιμοποίηση των εκπαιδευτικών οι διατάξεις του π.δ. 140/1998.
Γ. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 62 ν. 4589/2019 ρυθμίστηκαν εκ νέου τα ζητήματα διορισμού μόνιμων εκπαιδευτικών και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι «7. Οι νεοδιοριζόμενοι υπηρετούν επί δύο (2) έτη ως δόκιμοι. Στο τέλος του δεύτερου έτους οι νεοδιοριζόμενοι κρίνονται προκειμένου να μονιμοποιηθούν. Ο τρόπος και τα κριτήρια κρίσης της καταλληλότητας των νεοδιοριζομένων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Αν νεοδιοριζόμενος δεν κριθεί κατάλληλος να μονιμοποιηθεί, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του Κεφαλαίου Α` του άρθρου 16 του ν. 1566/1985 (Α`167)», ενώ με τη διάταξη του άρθρου 67 αυτού ορίσθηκε ότι «Καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη που βρίσκεται σε αντίθεση προς τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου και ιδίως οι ακόλουθες: …. γ) τα άρθρα 1 έως 4, οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 4Α, τα άρθρα 5 και 5Α, τα άρθρα 8 και 9 και το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 47 του ν. 3848/2010. …». Ακολούθως, εκδόθηκε ο ν. 4823/2021 ‘‘Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις’’, με τα άρθρα 66, 67 και 78 του οποίου ορίζονται τα κάτωθι:
«Άρθρο 66 1. Οι εκπαιδευτικοί της δημόσιας εκπαίδευσης αξιολογούνται ως εξής:
α) Οι εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους. β) Οι εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
….. 7. Οι δόκιμοι εκπαιδευτικοί και τα μέλη του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. αξιολογούνται, όπως και οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί και μέλη». «Άρθρο 67 1. Το έργο των εκπαιδευτικών αξιολογείται τεκμηριωμένα σε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα, στην οποία το έργο τους διαβαθμίζεται από εξαιρετικό, σε πολύ καλό, σε ικανοποιητικό ή σε μη ικανοποιητικό, ως προς δύο (2) πεδία: Α) το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, το οποίο εξειδικεύεται σε Α1) γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και Α2) παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης και Β) υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια του εκπαιδευτικού.
2. Όσον αφορά στο πεδίο Α1, το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, στο πλαίσιο της γενικής και ειδικής διδακτικής του γνωστικού αντικειμένου, αξιολογείται τεκμηριωμένα από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), με βάση τα εξής κριτήρια: α) Προετοιμασία διδασκαλίας: αα) αξιολογούνται ο σχεδιασμός του μαθήματος, η προετοιμασία εκπαιδευτικού υλικού ή δραστηριοτήτων, η σαφήνεια των διδακτικών στόχων, η επιλογή και η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων, η εφαρμογή πρακτικών διαφοροποιημένης μάθησης και εν γένει σύγχρονων τεχνικών διδασκαλίας σε εναρμόνιση με τα προγράμματα σπουδών, τις συνθήκες της τάξης, τις γνωστικές και τις άλλες ανάγκες των μαθητών, η αξιοποίηση και των ψηφιακών μέσων και η γενικότερη μεθοδολογία της διδασκαλίας και αβ) για τους εκπαιδευτικούς των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής, τμημάτων ένταξης και παράλληλης στήριξης, αξιολογούνται επιπλέον η εξειδίκευση των βασικών αξόνων του Εξατομικευμένου Προγράμματος Εκπαίδευσης (Ε.Π.Ε.), κατόπιν κατάλληλης διερεύνησης και αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ή άλλων αναγκών των μαθητών με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, η κατάρτιση κατάλληλα προσαρμοσμένων εξατομικευμένων ή ομαδικών προγραμμάτων εκπαιδευτικής υποστήριξης των μαθητών, η αποτίμηση και επαναξιολόγηση αυτών, καθώς και η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης των μαθητών.
β) Ετοιμότητα ως προς το γνωστικό αντικείμενο: Αξιολογούνται η επιστημονική εγκυρότητα της διδασκαλίας, ο βαθμός επικαιροποίησης της γνώσης και ο επιτυχής μετασχηματισμός του γνωστικού αντικειμένου σε σχολική γνώση.
γ) Διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές: Ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, τη βαθμίδα εκπαίδευσης και το γνωστικό αντικείμενο, αξιολογούνται η χρήση συμμετοχικών διδακτικών στρατηγικών και τεχνικών, η διαχείριση του χρόνου, η ενεργητική και ισότιμη συμμετοχή όλων των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, η σύνδεση του μαθήματος με την προϋπάρχουσα γνώση των μαθητών, η οργάνωση της εργασίας των μαθητών, η κατάλληλη αξιοποίηση εποπτικών μέσων και των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.), η αντιμετώπιση λειτουργικών και οργανωτικών ζητημάτων και δυσκολιών, η επικοινωνιακή ικανότητα, η ενθάρρυνση για ομαδοσυνεργατικές δράσεις, ο ρυθμός του μαθήματος, η ακρίβεια και σαφήνεια των οδηγιών. Επιπλέον, αξιολογούνται η χρήση διαφοροποιημένων διδακτικών στρατηγικών και τεχνικών, η ανάπτυξη συνεργατικών και διεπιστημονικών πρακτικών για τον σχεδιασμό του περιεχομένου των διδακτικών δραστηριοτήτων, ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, τις μαθησιακές δυνατότητες και την ηλικία των μαθητών, η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης και η ανατροφοδότηση των μαθητών.
δ) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης: Αξιολογούνται η συμβολή του εκπαιδευτικού στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ιδίου και των μαθητών, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων, η επίδρασή του στη στάση των μαθητών απέναντι στη μάθηση, οι ευκαιρίες για εποικοδομητικό διάλογο, η ενεργητική συμμετοχή των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, η αποδοχή της διαφορετικότητας, η σχέση των μαθητών με τον εκπαιδευτικό, τους συμμαθητές τους και τα λοιπά μέλη της σχολικής κοινότητας.
ε) Αναστοχασμός της διδασκαλίας - Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού: Αξιολογείται η ικανότητα αναστοχασμού του εκπαιδευτικού ως προς τη διδασκαλία και το παιδαγωγικό έργο του, κριτικής επανεξέτασης των πρακτικών του, εντοπισμού των προβληματικών σημείων της διδασκαλίας του και εξεύρεσης λύσεων για την αντιμετώπισή τους.
3. Όσον αφορά στο πεδίο Α2, το παιδαγωγικό κλίμα και η διαχείριση της τάξης αξιολογούνται τεκμηριωμένα από τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας, με βάση τα εξής κριτήρια: α) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης: Αξιολογείται η συμβολή του εκπαιδευτικού στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ιδίου και των μαθητών στην εμπλοκή τους στη μαθησιακή διαδικασία, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων και στην αποδοχή της διαφορετικότητας. β) Αναστοχασμός - Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού: Αξιολογείται η ικανότητα αναστοχασμού του εκπαιδευτικού, ως προς τη διαχείριση του παιδαγωγικού κλίματος της τάξης, την κριτική επανεξέταση των πρακτικών του, τον εντοπισμό των προβληματικών σημείων στη διαχείριση του κλίματος και την υιοθέτηση σύγχρονων παιδαγωγικών προσεγγίσεων για την αντιμετώπισή τους.
….5. Όσον αφορά στο πεδίο Β, η υπηρεσιακή συνέπεια και η επάρκεια του εκπαιδευτικού αξιολογούνται τεκμηριωμένα από τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, με βάση τα εξής κριτήρια:
α) Συνέπεια και ενδιαφέρον κατά την εκτέλεση των υπαλληλικών υποχρεώσεών του: Αξιολογούνται η συνέπεια του εκπαιδευτικού κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και η ανταπόκρισή του στο θεσμοθετημένο πλαίσιο λειτουργίας της σχολικής μονάδας, όπως η τήρηση του ωραρίου, η έγκαιρη προσέλευση στο μάθημα, η ενεργός συμμετοχή στις συνεδριάσεις του συλλόγου διδασκόντων, η αποτελεσματική διεκπεραίωση εργασιών που του αναθέτει η διεύθυνση της σχολικής μονάδας, όπως οι εργασίες γραφείου, η ενεργός συμμετοχή στις εκδηλώσεις του σχολείου και η συμβολή του στην εύρυθμη λειτουργία του.
β) Ενεργός συμμετοχή στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της: Αξιολογούνται η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της λειτουργίας της σχολικής μονάδας, το ενδιαφέρον για τα ζητήματα του σχολείου, η ενεργός συμμετοχή στην καθημερινότητα της σχολικής ζωής, η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, η ενεργός συμμετοχή στην οργάνωση της σχολικής μονάδας και στις διαδικασίες συλλογικού προγραμματισμού και εσωτερικής αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου.
γ) Συνεργασία με τους συναδέλφους: Αξιολογείται η συνεργασία με τον Διευθυντή και τους συναδέλφους, για τον προγραμματισμό των δράσεων του σχολείου, για τον σχεδιασμό του διδακτικού έργου, καθώς και για τη λειτουργία της σχολικής μονάδας γενικότερα.
δ) Επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς: Αξιολογούνται η συνεργασία του εκπαιδευτικού με τους γονείς ή κηδεμόνες και την κοινότητα προς όφελος των μαθητών, η έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση των γονέων ή κηδεμόνων για την πρόοδο των μαθητών. …».
«Άρθρο 78 1. Στην περίπτωση που το έργο ενός εκπαιδευτικού, καθώς και μέλους του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) αξιολογηθεί οριστικά ως «μη ικανοποιητικό» κατά την αξιολόγησή του σε ένα από τα πεδία Α1, Α2 ή Β ή Α ή Β, κατά περίπτωση, ο συγκεκριμένος εκπαιδευτικός ή μέλος του Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. παρακολουθεί υποχρεωτικό επιμορφωτικό πρόγραμμα, το οποίο εκπονείται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.). ………………
3. Στην περίπτωση που το έργο ενός δόκιμου εκπαιδευτικού, καθώς και μέλους του Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. αξιολογηθεί ως «μη ικανοποιητικό», κατά την αξιολόγηση που λαμβάνει χώρα στη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, έστω και σε ένα από τα πεδία Α1, Α2 ή Β ή Α’ ή Β’, κατά περίπτωση, δεν μονιμοποιείται αλλά μπορεί να επαναλάβει τη διαδικασία τα αμέσως επόμενα δύο (2) έτη. 4. Το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού ή του μέλους του Ε.Ε.Π. λαμβάνεται υπόψη στις διαδικασίες επιλογής για θέσεις στελεχών της εκπαίδευσης. Το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού ή του μέλους του Ε.Ε.Π. ή του Ε.Β.Π. δύναται να λαμβάνεται υπόψη σε διαδικασίες επιλογής για την ανάθεση επιμορφωτικού ή άλλου επιστημονικού εκπαιδευτικού έργου».
Τέλος με το άρθρο 80 του ν. 4823/2021 ορίσθηκε ότι με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή Εκπαιδευτικού Προσωπικού Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και γνώμη της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.) δύναται να καθορίζονται: α) επιμέρους υποπεδία ή υποκριτήρια, στα οποία αναλύονται τα πεδία και κριτήρια αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.), οι τετράβαθμες κλίμακες των επιμέρους κριτηρίων ή υποκριτηρίων κάθε πεδίου ή υποπεδίου που αξιοποιούνται από τους αξιολογητές κατά τη διενέργεια της αξιολόγησής τους, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα σχετικό με τα πεδία, υποπεδία, κριτήρια και υπο-κριτήρια της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των μελών του Ε.Ε.Π. και του Ε.Β.Π.
και β) κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των μελών του Ε.Ε.Π. και του Ε.Β.Π. ή τη διαδικασία διενέργειάς της. Κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω διατάξεως εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 9950/ΓΔ5 (ΦΕΚ B' 388/27.01.2023) Απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο «Ρύθμιση ειδικότερων και λεπτομερειακών θεμάτων σχετικά με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και τη διαδικασία διενέργειάς της», με το οποίο ρυθμίστηκαν όλες οι λεπτομέρειες αναφορικά με την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Ειδικότερα:
Με το άρθρο 1 της ανωτέρω Υπουργικής Απόφασης ορίσθηκε ότι σκοπός της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π) της δημόσιας πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι η βελτίωση της ατομικής απόδοσής τους και η προαγωγή και βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του παιδαγωγικού, διδακτικού και υποστηρικτικού έργου που προσφέρεται, στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης, από τις εκπαιδευτικές και υποστηρικτικές δομές. Με το άρθρο 9 αυτής ορίσθηκε ότι «1. Κάθε εκπαιδευτικός ή μέλος του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) ή του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) δύναται να καταχωρίζει σε ηλεκτρονικό φάκελο, στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4823/2021 (Α` 136), τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, πληροφορίες: α) Σπουδές, γνώσεις ξένων γλωσσών και Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.): αα) πτυχίο διορισμού, δεύτερο ή περισσότερα πτυχία αβ) μεταπτυχιακό δίπλωμα, δεύτερο ή περισσότερα μεταπτυχιακά διπλώματα αγ) διδακτορικό δίπλωμα, δεύτερο ή περισσότερα διδακτορικά διπλώματα αδ) τίτλους γνώσης ξένων γλωσσών ή επίπεδο γνώσης γλωσσομάθειας αε) επίπεδο γνώσεων στην Τ.Π.Ε.. β) Συγγραφικό έργο στην παιδαγωγική ή διδακτική: βα) βιβλία, τίτλος και Διεθνής Μοναδικός Αριθμός Βιβλίου (International Standard Book Number- ISBN), ββ) κεφάλαια σε συλλογικούς τόμους ή πρακτικά συνεδρίων, τίτλοι και ISBN, βγ) βιβλία χωρίς ISBN. βδ) άρθρα σε περιοδικά με κριτές, βε)άρθρα σε περιοδικά χωρίς κριτές ή σε ιστοσελίδες, βστ) λειτουργία ιστοσελίδας σχετικής με τη διδασκαλία και σχετικά με αυτή θέματα. γ) Σχετικά με την επιμορφωτική εμπειρία: γα) ως επιμορφωτής, γβ) ως επιμορφούμενος. δ) Σχετικά με το παιδαγωγικό, διδακτικό ή υποστηρικτικό έργο του. ε) Σχετικά με τη συμμετοχή σε ευρωπαϊκά και ερευνητικά προγράμματα. στ) Σχετικά με ποικίλες δράσεις που συμβάλλουν στην ποιοτική αναβάθμιση του επιτελούμενου έργου και κάθε είδους δράσεις που συμβάλλουν στην ποιοτική αναβάθμιση του ρόλου του στην εκπαιδευτική και διδακτική διαδικασία, όπως αναφέρονται ιδίως στο άρθρο 47 του ν. 4547/2019 (Α` 102) και τα άρθρα 92 και 93 του ν. 4823/2021. ζ) Πρόσθετες πληροφορίες βιογραφικού σημειώματος. 2. Η καταχώριση της παρ. 1 γίνεται από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς ή τα μέλη του Ε.Ε.Π. ή του Ε.Β.Π. και με ευθύνη τους. Η ακρίβειά τους πιστοποιείται κατά τον χρόνο αξιολόγησης από τους αξιολογητές ή, ανεξάρτητα από τον χρόνο της αξιολόγησης, από τους υπαλλήλους που έχουν πιστοποιηθεί αρμοδίως για την τήρηση των προσωπικών μητρώων των αξιολογουμένων. …..».
Με το άρθρο 10 αυτής ορίσθηκε ότι «1. Κάθε εκπαιδευτικός ή μέλος του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) ή του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) καταχωρίζει στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4823/2021 (Α` 136), το αργότερο μέχρι την οργανωμένη συνάντησή του με τον αξιολογητή για συζήτηση σχετικά με τη διδασκαλία ή το υποστηρικτικό έργο που καθίσταται αντικείμενο παρακολούθησης και αξιολόγησης, έκθεση αυτοαξιολόγησης, η οποία δύναται να παραπέμπει σε τεκμήρια που έχει καταχωρίσει στον ηλεκτρονικό φάκελό του που αφορούν στο παιδαγωγικό, διδακτικό ή υποστηρικτικό έργο του, προς τεκμηρίωση των απόψεων και ισχυρισμών του. Η έκθεση αυτοαξιολόγησης δύναται να επικαιροποιηθεί ή συμπληρωθεί με την έγγραφη έκθεση παρατηρήσεων του πέμπτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 11, την οποία συντάσσει για τον σκοπό αυτό ο αξιολογούμενος, ακόμη και αν δεν διαφωνεί με την αξιολογική κρίση του αξιολογητή. …..». Με το άρθρο 11 της ίδιας ως άνω Υπουργικής Απόφασης ορίσθηκε ότι
«1. Την ευθύνη του προγραμματισμού των αξιολογήσεων του έργου των εκπαιδευτικών ή των μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) ή του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) έχουν ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης και ο Περιφερειακός Επόπτης Ποιότητας της Εκπαίδευσης.
2. Ο Διευθυντής Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, σε συνεργασία με τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, υποβάλλουν στην Περιφερειακή Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ετήσιο προγραμματισμό των αξιολογήσεων στην περιοχή ευθύνης τους.
3. Τα πρόσωπα που έχουν την ευθύνη της παρ. 1 επιλέγουν τους προς αξιολόγηση εκπαιδευτικούς ή μέλη Ε.Ε.Π - Ε.Β.Π., καθορίζουν τον χρόνο έναρξης και λήξης της αξιολογικής περιόδου, συνολικά ή ανά αξιολογητή, και, γενικά, παρακολουθούν την πρόοδο της διαδικασίας αξιολόγησης και επιμελούνται της απρόσκοπτης εξέλιξής της.
4. Οι αξιολογητές οφείλουν να συνεργάζονται αρμονικά με τους αξιολογούμενους. Στο πλαίσιο αυτό και στις περιπτώσεις που προβλέπεται, οι αξιολογητές καλούνται, σε συνεννόηση με τους αξιολογούμενους, να κανονίζουν συνάντηση, είτε διά ζώσης είτε εξ αποστάσεως, στη διάρκεια της οποίας συνοργανώνουν και συνδιαμορφώνουν τη δομή της παρακολούθησης της διδασκαλίας διευκρινίζοντας τυπικά θέματα, όπως την ώρα, ημέρα, τάξη, τμήμα, μάθημα, καθώς και θέματα, όπως την ιδιαίτερη εστίαση και ενδεχόμενα συμπληρωματικά στοιχεία που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως βοηθητικά τεκμήρια για τη διαμόρφωση πληρέστερης εικόνας σχετικά με την προσωπικότητα και το έργο των αξιολογούμενων. Τα κύρια σημεία και οι αποφάσεις της συζήτησης καταγράφονται σε πρακτικό, σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος Α, το οποίο συνυπογράφεται από αξιολογητές και αξιολογούμενους, αμελλητί και πάντως πριν από την παρακολούθηση της συμφωνημένης πρώτης διδασκαλίας. Αντίγραφο του εγγράφου αυτού καταχωρίζεται από τους αξιολογητές στον ηλεκτρονικό φάκελο των αξιολογουμένων, στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4823/2021 (Α` 136), το αργότερο μέχρι την υποβολή της αξιολογικής έκθεσης από τον αξιολογητή. Το πρακτικό αυτό αποτελεί τεκμήριο για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού. Σε περίπτωση που αξιολογούμενος δεν συμπράττει στη διαδικασία και τις ενέργειες των προηγούμενων εδαφίων, αυτές ολοκληρώνονται μονομερώς από τον/τους αξιολογητή/τές, οι οποίοι συντάσσουν και υπογράφουν μόνοι τους το πρακτικό του τρίτου εδαφίου, στο οποίο καταγράφουν την αποχή του αξιολογουμένου από την εν λόγω διαδικασία και το γνωστοποιούν επί αποδείξει στον αξιολογούμενο με κάθε πρόσφορο τρόπο προκειμένου να προβούν στο επόμενο στάδιο της αξιολογικής διαδικασίας.
5. Οι αξιολογούμενοι δύνανται να προσκομίσουν συμπληρωματικά τεκμήρια, ανεξαρτήτως αν τους ζητηθούν από τους αξιολογητές τους, ακόμη κι αν δεν είναι οψιγενή, για τη διαμόρφωση πληρέστερης εικόνας εκ μέρους των αξιολογητών, εφόσον και όταν οι σχετικές διατάξεις τους παρέχουν το δικαίωμα να εκφέρουν απόψεις ή να προβάλλουν ενστάσεις προς υποστήριξη και τεκμηρίωση των ισχυρισμών τους. 6. Ο αξιολογητής συζητά την αξιολογική κρίση του με τον αξιολογούμενο και τη συλλογιστική με βάση την οποία κατέληξε στο περιεχόμενο αυτής. Τόσο η αξιολογική κρίση όσο και η συλλογιστική που ακολούθησε ο αξιολογητής αποτυπώνονται συνοπτικά σε έγγραφό του, το οποίο συντάσσεται με βάση το υπόδειγμα του Παραρτήματος Β. Ένα (1) αντίγραφο του εν λόγω εγγράφου παραδίδεται επί αποδείξει στον αξιολογούμενο και ένα (1) κρατείται από τον αξιολογητή. Αν αξιολογούμενος αρνηθεί να παραλάβει το εν λόγω έγγραφο,του κοινοποιείται επί αποδείξει με κάθε πρόσφορο τρόπο. Αν ο αξιολογούμενος διαφωνεί, μερικά ή ολικά, με την αξιολογική κρίση του αξιολογητή, καθώς και με τη συλλογιστική, η οποία ακολουθήθηκε και στην οποία στηρίζεται, δύναται να εκθέσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του εντός πέντε (5) ημερών από την επομένη της παραλαβής ή κοινοποίησης του εγγράφου του αξιολογητή με βάση το υπόδειγμα του Παραρτήματος Β. Ένα (1) αντίγραφο αυτών παραδίδεται στον αξιολογητή και ένα (1) κρατείται από τον αξιολογούμενο. Ο αξιολογητής υποχρεούται να αναρτήσει την έκθεση αυτή του αξιολογούμενου στον ηλεκτρονικό φάκελό του, στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4823/2021, πριν ολοκληρώσει την τελική αξιολογική κρίση του και συντάξει την έκθεση αξιολόγησης. 7. Η αξιολογική έκθεση επιβάλλεται να είναι αιτιολογημένη και κάθε αξιολογική κρίση που εκφέρεται με αυτήν πρέπει να τεκμηριώνεται με ειδική αναφορά στα πορίσματα των αξιολογητών από:
α) τις συναντήσεις προετοιμασίας της παρατήρησης διδασκαλιών ή υποστηρικτικών έργων ή προγραμμάτων ή παρουσιάσεων και αναλύσεων μελετών περίπτωσης συμβουλευτικών, υποστηρικτικών ή παιδαγωγικών έργων,
β) τις παρατηρήσεις διδασκαλιών ή υποστηρικτικών έργων ή προγραμμάτων ή παρουσιάσεων και αναλύσεων μελετών περίπτωσης διερεύνησης αναγκών, σχεδιασμού αξιολογικής έκθεσης, παρέμβασης ή υποστήριξης είτε μαθητών και οικογενειών είτε σχολικής κοινότητας,
γ) τις συζητήσεις ανατροφοδότησης και τον αναστοχασμό μετά τις παρατηρήσεις της περ. β,
δ) τις εκθέσεις αυτοαξιολόγησης,
ε) τα στοιχεία ή τεκμήρια, όσα ο αξιολογούμενος έχει συγκεντρώσει στον ηλεκτρονικό φάκελό του ή σε όσα ο αξιολογούμενος αναφέρεται ή παραπέμπει,
στ) τα στοιχεία ή τεκμήρια που έχουν συγκεντρώσει οι αξιολογητές και ζ) τις παρατηρήσεις, ή εκθέσεις των αξιολογουμένων της παρ.
6. Η αποτίμηση του διδακτικού, παιδαγωγικού, συμβουλευτικού ή υποστηρικτικού έργου των αξιολογουμένων και η ένταξη αυτού σε μια (1) από τις τέσσερις (4) βαθμίδες της προβλεπόμενης κλίμακας επιβάλλεται να γίνεται τεκμηριωμένα με την υπαγωγή συγκεκριμένων πραγματικών στοιχείων, περιστατικών, περιστάσεων, δεδομένων και χαρακτηριστικών συνδεόμενων ή σχετιζόμενων ευθέως με το αξιολογούμενο έργο ορισμένου και συγκεκριμένου κάθε φορά υπό αξιολόγηση εκπαιδευτικού ή μέλους του Ε.Ε.Π. ή του Ε.Β.Π. στα ανά πεδίο αξιολόγησης κριτήρια και τις λοιπές αξιολογικές παραμέτρους, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 67 έως και 71 του ν. 4823/2021 και 4 έως και 8 της παρούσας και τη συνδρομή των οποίων οι αξιολογητές επιβάλλεται να εξακριβώσουν και τεκμηριώσουν αιτιολογημένα, όσον αφορά σε κάθε μία ξεχωριστά υπό αξιολόγηση περίπτωση. Η απλή και αόριστη επανάληψη του περιεχομένου διατάξεων του ν.4823/2021 και της παρούσης, καθώς και η γενικευμένη χρήση στερεότυπων ή τυποποιημένων εκφράσεων ή και προτύπων ή υποδειγμάτων αξιολογικών εκθέσεων δεν προσδίδουν επαρκή και προσήκουσα αιτιολογία στις αξιολογικές εκθέσεις.8. Η ορθή εφαρμογή και τήρηση της παρ. 7 από τους αξιολογητές ελέγχεται και επιβεβαιώνεται από τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης ή τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης ή της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης αντίστοιχα, στην περιοχή ευθύνης της οποίας υπάγεται η σχολική μονάδα ή η εκπαιδευτική ή υποστηρικτική υπηρεσία ή δομή, στην οποία υπηρετούν οι εκπαιδευτικοί ή τα μέλη του Ε.Ε.Π. ή του Ε.Β.Π. που αξιολογήθηκαν.
Για τον σκοπό αυτό οι αξιολογητές τους αποστέλλουν τις εκθέσεις αξιολόγησης που συνέταξαν εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από τη σύνταξή τους. Ο Επόπτης Ποιότητας της Εκπαίδευσης ή ο Περιφερειακός Επόπτης Ποιότητας της Εκπαίδευσης κατά περίπτωση, εντός των επόμενων τριών (3) εργάσιμων ημερών ελέγχει μακροσκοπικά την πληρότητα της αιτιολογίας της αξιολογικής έκθεσης. Αν διαπιστώσει ότι η αξιολογική έκθεση δεν έχει την προσήκουσα αιτιολογία, την επιστρέφει στον αξιολογητή που τη συνέταξε για να την συμπληρώσει τάσσοντάς του εύλογη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των δέκα (10) εργάσιμων ημερών. Το τελικό κείμενο της αξιολογικής έκθεσης, που πρέπει να είναι προσηκόντως αιτιολογημένη, αποστέλλεται εκ νέου στον οικείο Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης ή τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης προς επιβεβαίωση της συμμόρφωσης του αξιολογητή στα υποδειχθέντα. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί η μη συμμόρφωση του αξιολογητή στα υποδειχθέντα σχετικά με την προσήκουσα αιτιολόγηση της αξιολογικής έκθεσης εφαρμόζονται οι παρ. 4 έως 8 του άρθρου 56 του ν. 4823/2021. Η αξιολογική έκθεση, αφότου έχει υποστεί τον έλεγχο της παρούσης παραγράφου γνωστοποιείται επί αποδείξει στον αξιολογούμενο με κάθε πρόσφορο τρόπο. ………. 0. Αντίγραφο της αξιολογικής έκθεσης, η οποία οριστικοποιείται λόγω μη άσκησης της ένστασης του άρθρου 79 του ν. 4823/2021, υποβάλλεται από τους αξιολογητές στην Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης ή στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, κατά περίπτωση, στην οποία τηρείται το προσωπικό μητρώο του αξιολογουμένου εκπαιδευτικού ή μέλους Ε.Ε.Π. - Ε.Β.Π.. Αν ασκηθεί ένσταση κατά της αξιολογικής έκθεσης, αντίγραφο της έκθεσης μαζί με την απόφαση της αρμόδιας Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης που απορρίπτει την ένσταση και οριστικοποιεί την αξιολογική έκθεση άλλως μόνο αντίγραφο της απόφασης της εν λόγω Επιτροπής που δέχεται την ένσταση και οριστικοποιεί το περιεχόμενο της αξιολογικής έκθεσης υποβάλλεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο με μέριμνα του Γραμματέα της οικείας Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης.
11. Οι Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης ή οι Διευθυντές Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ανάλογα του σε ποιόν υπάγονται διοικητικά οι αξιολογούμενοι, μεριμνούν για την ενημέρωση των προσωπικών μητρώων των εκπαιδευτικών ή των μελών Ε.Ε.Π. - Ε.Β.Π. με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης, καθιστώντας περιεχόμενο αυτών τις εκθέσεις αξιολόγησης ή τις αποφάσεις της Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης, αντίγραφα των οποίων τους υποβάλλονται σύμφωνα με την παρ. 10».
ΙΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΝΟΝΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥ
Α. Οι νεοδιοριζόμενοι εκπαιδευτικοί, όπως και το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων, διανύουν διετή δοκιμαστική περίοδο, κατά τη λήξη της οποίας το αρμόδιο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης αποφαίνεται για τη μονιμοποίησή τους. Δεδομένου ότι για τη μονιμοποίησή τους ισχύουν ειδικές διατάξεις, οι εκπαιδευτικοί υπάγονται καταρχήν στις διατάξεις αυτές και μόνο για όσα ζητήματα δεν ρυθμίζονται από τις τελευταίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα. Υπό την ισχύ του ν. 3848/2010, η διαδικασία μονιμοποίησης των εκπαιδευτικών διεπόταν από τις διατάξεις του π.δ. 140/1998. Συγκεκριμένα, η διαδικασία μονιμοποίησής τους περιελάμβανε τα εξής στάδια:
1) Σύνταξη έκθεσης αξιολόγησης της παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας του εκπαιδευτικού από τον οικείο Διευθυντή σχολικής μονάδας και τον σύμβουλο εκπαίδευσης, 2) Εκπόνηση επιστημονικής εργασίας από τον εκπαιδευτικό σε αντικείμενο συναφές με την ειδικότητά του 3) Σύνταξη έκθεσης αξιολόγησης από ειδική Τριμελή Επιτροπή αποτελούμενη από μόνιμους αξιολογητές, η οποία λαμβάνει υπόψιν τις εκθέσεις αξιοόγησης του Διευθυντή της σχολικής μονάδας και του σχολικού συμβούλου, την ανωτέρω επιστημονική εργασίας του εκπαιδευτικού καθώς και το σύνολο του υπηρεσιακού του φακέλου 4)Διαβίβαση της εκθέσεως αξιολόγησης της Τριμελούς Επιτροπής και όλου του υπηρεσιακού φακέλου του εκπαιδευτικού στο αρμόδιο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο για τη λήψη απόφασης μονιμοποίησης.
Όπως προκύπτει με σαφήνεια από το ανωτέρω π.δ., τα κριτήρια που λαμβάνονταν υπόψιν κατά την αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών συνίστανται στην υπηρεσιακή συνέπεια, την υπευθυνότητα, την ανάπτυξη πρωτοβουλιών από τον εκπαιδευτικό και τη συνεργασία και επικοινωνία αυτού με εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς αφενός και στην επιστημονική κατάρτιση του εκπαιδευτικού και παιδαγωγική και διδακτική του ικανότητα αφετέρου και αποσκοπούν στο σχηματισμό κρίσης για την καταλληλότητά τους να διδάξουν. Σκοπός της αξιολόγησης δεν είναι η υπηρεσιακή τους εξέλιξη και υπό αυτήν την έννοια δεν υπόκεινται σε βαθμολόγηση και αξιολογικές κλίμακες. Με τη διάταξη του άρθρου 62 του ν. 4589/2019 ρυθμίστηκε εκ νέου ο τρόπος και η διαδικασία μονιμοποίησης των εκπαιδευτικών παρέχοντας στο εξής την εξουσιοδότηση ρύθμισης των σχετικών λεπτομερειών στον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων με την έκδοση υπουργικής απόφασης αντί του Προέδρου Δημοκρατίας που ίσχυε μέχρι τότε, ενώ η προϊσχύσασα διάταξη του άρθρου 4 του ν. 3848/2010 καταργήθηκε.
Τελικά, η οικεία Υπουργική Απόφαση εκδόθηκε μόλις τον Ιανουάριο του 2023 (η υπ’ αριθ. 9950/ΓΔ5 (ΦΕΚ B' 388/27.01.2023)) κι ενώ στο μεταξύ είχε εκδοθεί ο ν. 4823/2021 που θέσπισε νέο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, εισάγοντας ίδια διαδικασία και κριτήρια αξιολόγησης των δόκιμων εκπαιδευτικών με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς (άρθρο 66 παρ. 7 ν. 4823/2021).
Ειδικότερα, με τις διατάξεις των άρθρων 67 επ. του ν. 4823/2021 εισήχθησαν μία σειρά από νέα κριτήρια αξιολόγησης και πληθώρα παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψιν κατά την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και τα οποία συνδέονται όχι μόνο με την διδακτική και παιδαγωγική ικανότητα και επιστημονική επάρκεια των εκπαιδευτικών αλλά με την στοχοθεσία του Υπουργείου Παιδείας και των σχολικών μονάδων, καθώς και τον συλλογικό προγραμματισμό. Επιπλέον, θεσπίστηκε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα, στην οποία το έργο των εκπαιδευτικών διαβαθμίζεται από εξαιρετικό, σε πολύ καλό, σε ικανοποιητικό ή σε μη ικανοποιητικό, ενώ ορίσθηκε ότι στην περίπτωση που το έργο ενός εκπαιδευτικού αξιολογηθεί οριστικά ως «μη ικανοποιητικό» κατά την αξιολόγησή του σε ένα από τα πεδία Α1, Α2 ή Β ή Α ή Β, κατά περίπτωση, ο συγκεκριμένος εκπαιδευτικός ή μέλος του Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. παρακολουθεί υποχρεωτικό επιμορφωτικό πρόγραμμα και στην περίπτωση που το έργο ενός δόκιμου εκπαιδευτικού αξιολογηθεί ως «μη ικανοποιητικό» κατά την αξιολόγηση που λαμβάνει χώρα στη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, έστω και σε ένα από τα πεδία Α1, Α2 ή Β ή Α’ ή Β’, κατά περίπτωση, δεν μονιμοποιείται αλλά μπορεί να επαναλάβει τη διαδικασία τα αμέσως επόμενα δύο (2) έτη.
Ωστόσο, κατά το μέρος που με τη διάταξη του άρθρου 66 παρ. 7 ν. 4823/2021 και την κατ’ εξουσιοδότηση υπ’ αριθ. 9950/ΓΔ5 (ΦΕΚ B' 388/27.01.2023) εκδοθείσα Υπουργική Απόφαση, η αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών για τη μονιμοποίησή τους εξομοιούται με την ατομική αξιολόγηση των μόνιμων εκπαιδευτικών παραβιάζονται η αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντ) και το δικαίωμα μονιμότητας των εκπαιδευτικών, ως κατοχυρώνεται στο άρθρο 103 παρ. 4 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι μόνιμοι εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν. Ειδικότερα, όπως ρητώς ορίσθηκε με την τελευταία ως άνω Υπουργική Απόφαση σκοπός της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι η βελτίωση της ατομικής απόδοσής τους και η προαγωγή και βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του παιδαγωγικού, διδακτικού και υποστηρικτικού έργου που προσφέρεται, στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης, από τις εκπαιδευτικές και υποστηρικτικές δομές, ήτοι τις σχολικές μονάδες. Αυτή δε (η ατομική αξιολόγηση) συνδέεται ευθέως με την υπηρεσιακή εξέλιξη του εκπαιδευτικού αφού δύναται να ληφθεί υπόψιν τόσο κατά την επιλογή στελεχών εκπαίδευσης όσο και κατά την επιλογή για την ανάθεση επιμορφωτικού ή άλλου επιστημονικού- εκπαιδευτικού έργου, ενώ σε περίπτωση που ένας εκπαιδευτικός σε ένα πεδίο λάβει αξιολόγηση «μη ικανοποιητική» υποχρεούται σε επιμορφωτικό πρόγραμμα. Στην περίπτωση, όμως, του δόκιμου εκπαιδευτικού, η αξιολόγησή του συνδέεται ευθέως με την μονιμοποίησή του, ήτοι με την ίδια τη θέση εργασίας του. Συγκεκριμένα, με τη διάταξη του άρθρου 78 του ν. 4823/2021 προβλέπεται ότι αν σε οποιοδήποτε πεδίο κριθεί το έργο του ως «μη ικανοποιητικό» τότε δεν μονιμοποιείται αλλά δύναται να επαναλάβει τη διαδικασία μετά από δύο έτη. Τα κριτήρια καταλληλότητας ενός εκπαιδευτικού για την μονιμοποίησή του δεν δύναται να είναι τα ίδια ούτε το ίδιο αυστηρά με αυτά την υπηρεσιακής του εξέλιξης και δη δεν δύναται αυτός να αξιολογείται ως προς την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της λειτουργίας της σχολικής μονάδας, την ενεργό συμμετοχή στις διαδικασίες συλλογικού προγραμματισμού και εσωτερικής αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου, όπως δεν δύναται η μονιμοποίησή του να εξαρτάται από κάθε μία βαθμολόγηση που λαμβάνει σε κάθε πεδίο αξιολόγησης χωριστά, αλλά από τη συνολική του εικόνα και αξιολόγηση, λαμβανομένης υπόψιν της μικρής διάρκειας της διδακτικής του υπηρεσίας.
Ως εκ τούτου, ο νόμος 4823/2021 και συγκεκριμένα το άρθρο 66 αυτού εισάγει αυθαίρετη – ανεπίτρεπτη συνταγματική εξομοίωση δύο ουσιωδώς διαφορετικών καταστάσεων, παραβιάζοντας το δικαίωμα μονιμότητας των δόκιμων εκπαιδευτικών και κατά συνέπεια δεν δύναται να εφαρμοστεί. Ωστόσο, μη εφαρμοζόμενης ως αντισυνταγματικής της διατάξεως του άρθρου 66 ν. 4823/2021 και της κατ’ εξουσιοδότησης εκδοθείσας υπ’ αριθ. 9950/ΓΔ5 (ΦΕΚ B' 388/27.01.2023) Υπουργικής Απόφασης καθ’ ο μέρος καθιερώνει ίδια διαδικασία και κριτήρια αξιολόγησης των δοκίμων με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς και δεδομένου ότι δεν έχει εκδοθεί άλλη υπουργική απόφαση σ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 62 ν. 4589/2019 που να ρυθμίζει τη διαδικασία αξιολόγησης των δοκίμων εκπαιδευτικών κατά τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, θα πρέπει να εφαρμοστεί η προϊσχύουσα νομοθεσία και συγκεκριμένα το π.δ. 140/1998.
Β. Σε κάθε περίπτωση, για την μονιμοποίηση των δόκιμων εκπαιδευτικών η διαδικασία αξιολόγησης της υπ’ αριθ. 9950/ΓΔ5 (ΦΕΚ B' 388/27.01.2023) Υπουργικής Απόφασης έχει καθορισθεί ως εξής: α) Υποβολή από τον Διευθυντή Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, σε συνεργασία με τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης στην Περιφερειακή Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ετήσιου προγραμματισμού των αξιολογήσεων στην περιοχή ευθύνης τους, β) Επιλογή από τον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης και τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης των προς αξιολόγηση εκπαιδευτικών και καθορισμός του χρόνου έναρξης και λήξης της αξιολογικής περιόδου, συνολικά ή ανά αξιολογητή, γ) Πρόσκληση από τον αξιολογητή προς τον αξιολογούμενο σε συνάντηση προκειμένου να συνοργανώσουν και συνδιαμορφώσουν τη δομή της παρακολούθησης της διδασκαλίας, δ) Καταχώριση από τον εκπαιδευτικό στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4823/2021 (Α` 136), το αργότερο μέχρι την οργανωμένη συνάντησή του με τον αξιολογητή έκθεσης αυτοαξιολόγησης, δ) Καταχώριση από τον εκπαιδευτικό στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4823/2021 (Α` 136), το αργότερο μέχρι την οργανωμένη συνάντησή του με τον αξιολογητή έκθεσης αυτοαξιολόγησης, ε) Σύνταξη και υποβολή στην ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα πρακτικού με τα κύρια σημεία και τις αποφάσεις της συζήτησης, συνυπογραφόμενο από τον αξιολογητή και τον αξιολογούμενο, άλλως σε περίπτωση που ο αξιολογούμενος δεν συμπράττει στη διαδικασία και τις ενέργειες αυτές, σύνταξη του πρακτικού και υπογραφή του μόνο από τον αξιολογητή, οποίο καταγράφεται η αποχή του αξιολογουμένου από την εν λόγω διαδικασία και γνωστοποίησή του επί αποδείξει στον αξιολογούμενο με κάθε πρόσφορο τρόπο, στ) Σύνταξη από τον αξιολογητή εγγράφου στο οποίο αποτυπώνεται η αξιολογική του κρίση και η συλλογιστική που ακολούθησε, αντίγραφο του οποίου παραδίδεται στον αξιολογούμενο, ζ) Έκθεση εγγράφων παρατηρήσεων από τον αξιολογούμενο επί του ανωτέρω εγγράφου εντός 5 ημερών από την επομένη της παραλαβής ή κοινοποίησής του, η) Ανάρτηση της έκθεσης του αξιολογούμενη στην ειδική ψηφιακή πλατφόρμα θ) Σύνταξη αξιολογικής έκθεσης και αποστολής της σε 3 ημέρες στον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης ή τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης ή της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης αντίστοιχα, ι) Υποβολή ένστασης κατά της αξιολογικής έκθεσης ενώπιον τριμελούς Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης,ια) Υποβολή αντιγράφου της αξιολογικής έκθεσης, σε περίπτωση που δεν ασκηθεί ένσταση, στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, άλλως σε περίπτωση ενστάσεως, υποβολή ως άνω αντιγράφου της έκθεσης μαζί με την απόφαση της αρμόδιας Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης που απορρίπτει την ένσταση και οριστικοποιεί την αξιολογική έκθεση ή μόνο αντιγράφου της απόφασης της εν λόγω Επιτροπής που δέχεται την ένσταση και οριστικοποιεί το περιεχόμενο της αξιολογικής έκθεσης. ιβ) Τελικώς αρμόδιο για την μονιμοποίηση των εκπαιδευτικών όργανο είναι το οικείο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο.
Για την αξιολόγηση, επομένως, των δόκιμων εκπαιδευτικών, με σκοπό την μονιμοποίησή τους, απαιτείται η διενέργεια εκ μέρους των αρμόδιων ως άνω διοικητικών οργάνων, των απαιτούμενων διοικητικών πράξεων και ενεργειών και συγκεκριμένα ο καθορισμός του χρόνου έναρξης και λήξης της αξιολογικής διαδικασίας και κυρίως η πρόσκληση σε συνάντηση του εκπαιδευτικού πριν τη λήξη της διετούς δοκιμαστικούς περιόδου από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης και το Διευθυντή της σχολικής μονάδας. Τα αρμόδια διοικητικά όργανα έχουν δέσμια αρμοδιότητα να προβούν στις ανωτέρω ενέργειες για την αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών και δη η αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί πριν τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου προκειμένου το Υπηρεσιακό Συμβούλιο εντός 2 μηνών από τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου ν’ αποφανθεί για τη μονιμοποίηση.
Δοθέντος ότι ο νόμος 4589/2019 όπως και ο νόμος 4823/2021 δεν περιέχουν καμία ρύθμιση σχετικά με την περίπτωση όπου η Διοίκηση αδρανεί και δεν προβαίνει στην αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών κατά τη λήξη της δοκιμαστικής τους θητείας, σε μία τέτοια περίπτωση εφαρμοστέα τυγχάνει η διάταξη του άρθρου 40 του ν. 3528/2007, σύμφωνα με την οποία η μονιμοποίηση του δημοσίου υπαλλήλου επέρχεται αυτοδικαίως με τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου. Συγκεκριμένα, εφόσον δεν έχει λάβει χώρα η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο εντός δύο μηνών από τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου έχει υποχρέωση όπως προβεί στην μονιμοποίηση των εκπαιδευτικών.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Σε συνέχεια των ανωτέρω, επί του τιθέμενου ερωτήματος γνωμοδοτούμε τα εξής:
1. Η διάταξη του άρθρου 66 παρ. 7 και η κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 62 ν. 4589/2019 και 80 ν. 4823/2021 εκδοθείσα υπ’ αριθ. 9950/ΓΔ5 (ΦΕΚ B' 388/27.01.2023) Απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων πάσχουν αντισυνταγματικότητας καθ’ ο μέρος επιβάλλουν ίδια διαδικασία και κριτήρια αξιολόγησης για τους δόκιμους και μόνιμους εκπαιδευτικούς. Ειδικότερα, παρανόμως και αυθαιρέτως εξομοιώνουν ανόμοιες καταστάσεις ήτοι τους δόκιμους εκπαιδευτικούς η αξιολόγησή των οποίων έχει ως αντικείμενο την κρίση περί της καταλληλότητάς τους και αποβλέπει τελικά στην μονιμοποίησή τους, με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς η αξιολόγηση των οποίων αποσκοπεί με την βελτίωση της απόδοσής τους και την αναβάθμιση του εκαπιδευτικού έργου και της παρεχόμενης δημόσιας εκπαίδευσης και κατά συνέπεια συνδέεται με την υπηρεσιακή τους εξέλιξη.
2. Μέχρι την έκδοση νέας υπουργικής απόφασης που να καθορίζει τη διαδικασία, τον τρόπο, τα όργανα και όλες τις λεπτομέρειες αναφορικά με την αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών, εφαρμοστέο τυγχάνει το προγενέστερο κανονιστικό πλαίσιο, ήτοι το π.δ. 140/1998.
3. Ακόμη κι αν ήθελε κριθεί ότι οι ανωτέρω νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα, η έναρξη και λήξη της αξιολογικής διαδικασίας ανήκει στα καθήκοντα και δη στην αρμοδιότητα των οργάνων αξιολόγησης, τα οποία οφείλουν να προβούν στις προβλεπόμενες εκ του νόμου ενέργειες και διοικητικές πράξεις, ώστε η διαδικασία αξιολόγησης να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τη λήξη διετούς δοκιμαστικής περιόδου. Εν απουσία άλλης αντίθετης ειδικής διατάξεως νόμου, σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η ως άνω προθεσμία και συγκεκριμένα, σε περίπτωση που τα αρμόδια όργανα αδρανήσουν και η αξιολόγηση των δόκιμων εκπαιδευτικών δεν λάβει χώρα, εφαρμοστέα είναι η γενική διάταξη του άρθρου 40 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα και η μονιμοποίηση επέρχεται αυτοδικαίως με την λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, με απόφαση του οικείου ΠΥΣΔΕ που εκδίδεται εντός 2 μηνών από την λήξη της ανωτέρω δοκιμαστικής περιόδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου