Σε ευκαιρία να ξεμπερδεύουμε οριστικά με το μνημόνιο και, μαζί, με
το δικομματικό πολιτικό σύστημα που υπηρέτησε πιστά την πολιτική
κατεδάφισης της χώρας, ανήγαγε ο Τσίπρας τις επερχόμενες εκλογές του
Ιουνίου, καλώντας τους πολίτες να απορρίψουν τα τρομοκρατικά διλήμματα
και να ολοκληρώσουν το βήμα που έγινε στην κάλπη μπλοκάροντας τον
σχηματισμό κυβέρνησης η οποία θα συνέχιζε το μνημόνιο.
«Τώρα είναι η ώρα να ολοκληρωθεί αυτό το βήμα» υπογράμμισε. «Να στείλουμε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας τις δυνάμεις του χθες. Τις δυνάμεις που κατεδάφισαν τη χώρα και την κοινωνία».
Ουσιαστικά, επιμένοντας ο Τσίπρας και με αυτήν τη δήλωσή του να εστιάζει σε αυτό που βιώνει η κοινωνία και αντιλαμβάνεται ο διεθνής Τύπος, προβεβλημένοι ξένοι αναλυτές και πολιτικοί παράγοντες στην Ευρώπη και αλλού, αλλά όχι η εγχώρια πολιτικοεπιχειρηματική ελίτ - ότι, δηλαδή, το μνημόνιο δεν σώζει τη χώρα, αντιθέτως ισοδυναμεί με την καταστροφή της - αποδόμησε την κατηγορία περί ανευθυνότητας που επιχείρησαν να του καταλογίσουν μέσα από τη διαδικασία των διερευνητικών, πρωτίστως οι Σαμαράς - Βενιζέλος αλλά και ο Κουβέλης.
Υπογράμμισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόδωσε την εντολή που του έδωσε ο λαός για σχηματισμό «κυβέρνησης της Αριστεράς» και δεν ενέδωσε στις εκβιαστικές πιέσεις για συμμετοχή στο «έγκλημα».
Και έθεσε τον εκλογικό στόχο ανεβάζοντας πλέον τον πήχη ψηλά ζητώντας στήριξη ώστε «να σχηματίσουμε μια κυβέρνηση Αριστεράς με ενισχυμένη δύναμη στον λαό και στη Βουλή, ώστε να βάλουμε οριστικό τέλος στις πολιτικές που καταστρέφουν τον τόπο».
Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί πλέον την πρώτη θέση στο κομματικό στερέωμα και κατά συνέπεια τη διακυβέρνηση της χώρας, είτε με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς στις οποίες θα συνεχίσει να απευθύνεται, προεκλογικά και μετεκλογικά, όπως διαβεβαιώνουν τα στελέχη του, είτε αυτοδύναμα, κάτι που πλέον φεύγει από τα όρια της επιστημονικής φαντασίας κι εμπίπτει στη σφαίρα των πιθανών ενδεχόμενων, αν αναλογιστεί κανείς τα ποσοστά και, κυρίως, το ρεύμα που καταγράφουν όλες οι μετεκλογικές δημοσκοπήσεις. Το εν λόγω κλίμα δίνει νέα επικαιρότητα στην παλιότερη δήλωση του Παπαδημούλη, την περίοδο της δημοσκοπικής ανόδου του 2008, «με αέρα στα πανιά μας, χωρίς αέρα στα μυαλά μας»…
Τι πέτυχε
Αποτιμώντας κάποιος συνοπτικά το αποτέλεσμα της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών, μπορεί να δει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τα εξής:
♦ Αν και επιχειρήθηκε να απομονωθεί από το πολιτικό σύστημα προκειμένου να του φορτωθεί η ευθύνη των επαναληπτικών εκλογών, η στάση του ουσιαστικά έτυχε της αναγνώρισης ενός αυξανόμενου τμήματος της κοινωνίας, το οποίο δείχνει πλέον να μην τσιμπάει στα τρομοκρατικά διλήμματα.
♦ Κατέστησε σαφές ότι μια συγκυβέρνηση με τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, ή την ανοχή τους, ουδεμία σχέση θα είχε με κυβέρνηση της Αριστεράς, αντιθέτως θα ήταν μια κυβέρνηση ομηρείας του ΣΥΡΙΖΑ, με σκοπό να τον εγκλωβίσει στην πολιτική του μνημονίου, καθιστώντας τον αναξιόπιστο και αφερέγγυο, όπως επισημαίνουν ο Τσίπρας και ηγετικά στελέχη.
♦ Δεν κάμφθηκε από την επιχείρηση συκοφάντησης και στρέβλωσης των προθέσεών του κυρίως από τα μεγάλα συγκροτήματα των ΜΜΕ, τον βασικό του πλέον αντίπαλο Σαμαρά και τους υπόλοιπους πολιτικούς του ανταγωνιστές.
♦ Απέκρουσε τη λογική ότι για όλα τα δεινά της χώρας φταίει η «ανεύθυνη» και «παλαβή Αριστερά» στο κλίμα του δόγματος «φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ». Αντιθέτως, πρόβαλε ως επιλογή ελπίδας αλλά και ρεαλιστικής διεξόδου.
♦ Απέδειξε ότι ο λαός έχει απορρίψει τη λογική της υποταγής στα μνημόνια, τις δυνάμεις του εγχώριου και ευρωπαϊκού κατεστημένου και πλέον «δεν εκβιάζεται». Άλλωστε ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος πλέον απορρίπτει το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» που τρομοκρατικά του θέτουν ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Σόιμπλε κ.ά., δεδομένου ότι η κινδυνολογία ότι δήθεν ο Τσίπρας θα μας οδηγήσει στη δραχμή δεν εισακούγεται.
♦ Επιπλέον, ο Τσίπρας έδειξε ικανότητα χειρισμών σε τακτικό επίπεδο αναβαθμίζοντας κατά πολύ το ηγετικό του προφίλ, αναδεικνύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε ρυθμιστικό παράγοντα της πολιτικής σκηνής και τραβώντας πλέον την προσοχή των διεθνών ΜΜΕ. Τα τελευταία, αν μη τι άλλο, τον αντιμετωπίζουν ως ισότιμο πολιτικό παίκτη, ο οποίος καταθέτει μια διαφορετική πρόταση στο τραπέζι απέναντι στην αδιέξοδη και καταστροφική λιτότητα.
Το ευρώ
Από εκεί και πέρα το αν η πρότασή του για καταγγελία του μνημονίου και επαναδιαπραγμάτευση όλου του πλαισίου με την τρόικα είναι εφικτή ή οδηγεί κατευθείαν έξω από το ευρώ, είναι κάτι που εναπόκειται στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να ξεκαθαρίσει όσο το δυνατόν πιο πειστικά το επόμενο διάστημα.
Όσον αφορά το ζήτημα του ευρώ, τα ζητήματα είναι τα εξής:
Παρά την εσωτερικά μειοψηφική άποψη υπέρ της εξόδου από το ευρώ, η οποία εκπροσωπείται κυρίως από τον Λαφαζάνη, ουδέποτε υπήρξε θέση του όλου ΣΥΡΙΖΑ και ακόμη και συνιστώσες πιο δεκτικές σε αυτή την οπτική δεν την αντιμετώπισαν προεκλογικώς ως προτεραιότητα, σε αντίθεση με το αίτημα για την ενότητα της Αριστεράς.
Επεξηγώντας τη θέση υπέρ της παραμονής στην ευρωζώνη, κορυφαία στελέχη, όπως ο – βουλευτής πλέον – Γιάννης Δραγασάκης, κάνουν διάκριση ανάμεσα στον κυρίαρχο προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι η παραμονή στο ευρώ, από τα πιθανά ενδεχόμενα, όπως η έξοδος από το ευρώ, κάτι το οποίο, όπως λένε, «δεν είναι επιλογή μας». Από την άλλη, τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να «διορθώνεται» η σκέψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει τα πάντα για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ, συντονίζοντας τη θέση του με ένα πλειοψηφικό στην κοινωνία ρεύμα που θέλει να παραμείνει στο ευρώ αλλά απορρίπτει την αιματηρή λιτότητα του πακέτου που μας σερβίρει η τρόικα.
«Επανένταξη»
Για παράδειγμα, όπως είπε ο Δραγάσακης σε τοποθετήσεις του, το «διακύβευμα δεν είναι ευρώ ή δραχμή, αλλά η “επανένταξη” στο ευρώ με όρους ισοτιμίας και αξιοπρέπειας». Ο Δραγασάκης μίλησε για «αλλαγή υποδείγματος» στην Ελλάδα και την Ευρώπη και δέχτηκε ότι από εκεί και πέρα υπάρχουν προβληματισμοί όπως σε όλους τους χώρους. Ο ίδιος ο Τσίπρας σε διαδικτυακή συνέντευξη σημείωσε πως «η θέση του σχήματος είναι η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, δίχως τα καταστροφικά αποτελέσματα αυτής της πολιτικής». Επίσης, ο Δημήτρης Παπαδημούλης, ερωτώμενος σχετικά, πήρε αποστάσεις από την απόλυτη τοποθέτηση της «πάση θυσία» παραμονής στο ευρώ, λέγοντας «πάση θυσία όχι, αλλά με θυσίες δίκαιες, αναλογικές και αποτελεσματικές».
Το στοίχημα που έχει ο Τσίπρας στον ομολογουμένως περιορισμένο χρόνο που υπολείπεται ώς τις κάλπες, είναι πλέον το εξής: να παγιώσει το εκλογικό του αποτέλεσμα και να ενισχύσει το ανοδικό ρεύμα μετασχηματίζοντας οριστικά την ψήφο διαμαρτυρίας (η οποία αποτελεί μεγάλο κομμάτι του 17% της 6ης Μαΐου) σε θετική ψήφο ή ψήφο διακυβέρνησης.
Ήδη επιχείρησε ένα πρώτο βήμα στην οικοδόμηση συμμαχιών με μια ευρεία κοινωνική βάση και τους κοινωνικούς φορείς, μέσα από τις συναντήσεις στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών καθώς και μέσα από την πρωτοβουλία των λαϊκών συνελεύσεων σε γειτονιές και πλατείες.
Αυτή η διαδικασία περνάει και μέσα από την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος καλείται να προσαρμοστεί ταχύτατα, πολιτικά και οργανωτικά, στα νέα δεδομένα. Εκ των πραγμάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ της 5ης Μάη δεν είναι ο ίδιος με τον μετεκλογικό ΣΥΡΙΖΑ, όπως σημείωσε ο ίδιος ο Τσίπρας. Πέρα από την ανάγκη να υπερβεί τον τυπικό σκόπελο του εκλογικού νόμου, που δεν δίνει το μπόνους των 50 εδρών σε συνασπισμό κομμάτων, πλέον αναδύεται η ανάγκη μιας πιο ενιαίας και καλύτερα συντονισμένης λειτουργίας.
Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει μπροστά του τη διαχείριση της ποικιλομορφίας των απόψεων που απορρέουν από την πληθώρα των ιδεολογικών τάσεων που τον συγκροτούν, μέσα σε ένα εξαιρετικά πιεστικό περιβάλλον που έχει δείξει τα δόντια και στήνει παγίδες μεγεθύνοντας και διαστρεβλώνοντας το παραμικρό.
Τέλος, ιδεολογικά και πολιτικά, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ απευθύνεται σε ένα ευρύ τμήμα της κοινωνίας και όχι στα στενά όρια της ριζοσπαστικής Αριστεράς, διαφαίνεται – και από τις θέσεις του και την όλη ρητορική του – ότι αποκτά χαρακτηριστικά κεντροαριστερού κόμματος το οποίο καλείται να διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο στην ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς στο πολιτικό σύστημα.
«Τώρα είναι η ώρα να ολοκληρωθεί αυτό το βήμα» υπογράμμισε. «Να στείλουμε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας τις δυνάμεις του χθες. Τις δυνάμεις που κατεδάφισαν τη χώρα και την κοινωνία».
Ουσιαστικά, επιμένοντας ο Τσίπρας και με αυτήν τη δήλωσή του να εστιάζει σε αυτό που βιώνει η κοινωνία και αντιλαμβάνεται ο διεθνής Τύπος, προβεβλημένοι ξένοι αναλυτές και πολιτικοί παράγοντες στην Ευρώπη και αλλού, αλλά όχι η εγχώρια πολιτικοεπιχειρηματική ελίτ - ότι, δηλαδή, το μνημόνιο δεν σώζει τη χώρα, αντιθέτως ισοδυναμεί με την καταστροφή της - αποδόμησε την κατηγορία περί ανευθυνότητας που επιχείρησαν να του καταλογίσουν μέσα από τη διαδικασία των διερευνητικών, πρωτίστως οι Σαμαράς - Βενιζέλος αλλά και ο Κουβέλης.
Υπογράμμισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόδωσε την εντολή που του έδωσε ο λαός για σχηματισμό «κυβέρνησης της Αριστεράς» και δεν ενέδωσε στις εκβιαστικές πιέσεις για συμμετοχή στο «έγκλημα».
Και έθεσε τον εκλογικό στόχο ανεβάζοντας πλέον τον πήχη ψηλά ζητώντας στήριξη ώστε «να σχηματίσουμε μια κυβέρνηση Αριστεράς με ενισχυμένη δύναμη στον λαό και στη Βουλή, ώστε να βάλουμε οριστικό τέλος στις πολιτικές που καταστρέφουν τον τόπο».
Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί πλέον την πρώτη θέση στο κομματικό στερέωμα και κατά συνέπεια τη διακυβέρνηση της χώρας, είτε με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς στις οποίες θα συνεχίσει να απευθύνεται, προεκλογικά και μετεκλογικά, όπως διαβεβαιώνουν τα στελέχη του, είτε αυτοδύναμα, κάτι που πλέον φεύγει από τα όρια της επιστημονικής φαντασίας κι εμπίπτει στη σφαίρα των πιθανών ενδεχόμενων, αν αναλογιστεί κανείς τα ποσοστά και, κυρίως, το ρεύμα που καταγράφουν όλες οι μετεκλογικές δημοσκοπήσεις. Το εν λόγω κλίμα δίνει νέα επικαιρότητα στην παλιότερη δήλωση του Παπαδημούλη, την περίοδο της δημοσκοπικής ανόδου του 2008, «με αέρα στα πανιά μας, χωρίς αέρα στα μυαλά μας»…
Τι πέτυχε
Αποτιμώντας κάποιος συνοπτικά το αποτέλεσμα της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών, μπορεί να δει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τα εξής:
♦ Αν και επιχειρήθηκε να απομονωθεί από το πολιτικό σύστημα προκειμένου να του φορτωθεί η ευθύνη των επαναληπτικών εκλογών, η στάση του ουσιαστικά έτυχε της αναγνώρισης ενός αυξανόμενου τμήματος της κοινωνίας, το οποίο δείχνει πλέον να μην τσιμπάει στα τρομοκρατικά διλήμματα.
♦ Κατέστησε σαφές ότι μια συγκυβέρνηση με τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, ή την ανοχή τους, ουδεμία σχέση θα είχε με κυβέρνηση της Αριστεράς, αντιθέτως θα ήταν μια κυβέρνηση ομηρείας του ΣΥΡΙΖΑ, με σκοπό να τον εγκλωβίσει στην πολιτική του μνημονίου, καθιστώντας τον αναξιόπιστο και αφερέγγυο, όπως επισημαίνουν ο Τσίπρας και ηγετικά στελέχη.
♦ Δεν κάμφθηκε από την επιχείρηση συκοφάντησης και στρέβλωσης των προθέσεών του κυρίως από τα μεγάλα συγκροτήματα των ΜΜΕ, τον βασικό του πλέον αντίπαλο Σαμαρά και τους υπόλοιπους πολιτικούς του ανταγωνιστές.
♦ Απέκρουσε τη λογική ότι για όλα τα δεινά της χώρας φταίει η «ανεύθυνη» και «παλαβή Αριστερά» στο κλίμα του δόγματος «φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ». Αντιθέτως, πρόβαλε ως επιλογή ελπίδας αλλά και ρεαλιστικής διεξόδου.
♦ Απέδειξε ότι ο λαός έχει απορρίψει τη λογική της υποταγής στα μνημόνια, τις δυνάμεις του εγχώριου και ευρωπαϊκού κατεστημένου και πλέον «δεν εκβιάζεται». Άλλωστε ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος πλέον απορρίπτει το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» που τρομοκρατικά του θέτουν ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Σόιμπλε κ.ά., δεδομένου ότι η κινδυνολογία ότι δήθεν ο Τσίπρας θα μας οδηγήσει στη δραχμή δεν εισακούγεται.
♦ Επιπλέον, ο Τσίπρας έδειξε ικανότητα χειρισμών σε τακτικό επίπεδο αναβαθμίζοντας κατά πολύ το ηγετικό του προφίλ, αναδεικνύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε ρυθμιστικό παράγοντα της πολιτικής σκηνής και τραβώντας πλέον την προσοχή των διεθνών ΜΜΕ. Τα τελευταία, αν μη τι άλλο, τον αντιμετωπίζουν ως ισότιμο πολιτικό παίκτη, ο οποίος καταθέτει μια διαφορετική πρόταση στο τραπέζι απέναντι στην αδιέξοδη και καταστροφική λιτότητα.
Το ευρώ
Από εκεί και πέρα το αν η πρότασή του για καταγγελία του μνημονίου και επαναδιαπραγμάτευση όλου του πλαισίου με την τρόικα είναι εφικτή ή οδηγεί κατευθείαν έξω από το ευρώ, είναι κάτι που εναπόκειται στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να ξεκαθαρίσει όσο το δυνατόν πιο πειστικά το επόμενο διάστημα.
Όσον αφορά το ζήτημα του ευρώ, τα ζητήματα είναι τα εξής:
Παρά την εσωτερικά μειοψηφική άποψη υπέρ της εξόδου από το ευρώ, η οποία εκπροσωπείται κυρίως από τον Λαφαζάνη, ουδέποτε υπήρξε θέση του όλου ΣΥΡΙΖΑ και ακόμη και συνιστώσες πιο δεκτικές σε αυτή την οπτική δεν την αντιμετώπισαν προεκλογικώς ως προτεραιότητα, σε αντίθεση με το αίτημα για την ενότητα της Αριστεράς.
Επεξηγώντας τη θέση υπέρ της παραμονής στην ευρωζώνη, κορυφαία στελέχη, όπως ο – βουλευτής πλέον – Γιάννης Δραγασάκης, κάνουν διάκριση ανάμεσα στον κυρίαρχο προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι η παραμονή στο ευρώ, από τα πιθανά ενδεχόμενα, όπως η έξοδος από το ευρώ, κάτι το οποίο, όπως λένε, «δεν είναι επιλογή μας». Από την άλλη, τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να «διορθώνεται» η σκέψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει τα πάντα για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ, συντονίζοντας τη θέση του με ένα πλειοψηφικό στην κοινωνία ρεύμα που θέλει να παραμείνει στο ευρώ αλλά απορρίπτει την αιματηρή λιτότητα του πακέτου που μας σερβίρει η τρόικα.
«Επανένταξη»
Για παράδειγμα, όπως είπε ο Δραγάσακης σε τοποθετήσεις του, το «διακύβευμα δεν είναι ευρώ ή δραχμή, αλλά η “επανένταξη” στο ευρώ με όρους ισοτιμίας και αξιοπρέπειας». Ο Δραγασάκης μίλησε για «αλλαγή υποδείγματος» στην Ελλάδα και την Ευρώπη και δέχτηκε ότι από εκεί και πέρα υπάρχουν προβληματισμοί όπως σε όλους τους χώρους. Ο ίδιος ο Τσίπρας σε διαδικτυακή συνέντευξη σημείωσε πως «η θέση του σχήματος είναι η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, δίχως τα καταστροφικά αποτελέσματα αυτής της πολιτικής». Επίσης, ο Δημήτρης Παπαδημούλης, ερωτώμενος σχετικά, πήρε αποστάσεις από την απόλυτη τοποθέτηση της «πάση θυσία» παραμονής στο ευρώ, λέγοντας «πάση θυσία όχι, αλλά με θυσίες δίκαιες, αναλογικές και αποτελεσματικές».
Το στοίχημα που έχει ο Τσίπρας στον ομολογουμένως περιορισμένο χρόνο που υπολείπεται ώς τις κάλπες, είναι πλέον το εξής: να παγιώσει το εκλογικό του αποτέλεσμα και να ενισχύσει το ανοδικό ρεύμα μετασχηματίζοντας οριστικά την ψήφο διαμαρτυρίας (η οποία αποτελεί μεγάλο κομμάτι του 17% της 6ης Μαΐου) σε θετική ψήφο ή ψήφο διακυβέρνησης.
Ήδη επιχείρησε ένα πρώτο βήμα στην οικοδόμηση συμμαχιών με μια ευρεία κοινωνική βάση και τους κοινωνικούς φορείς, μέσα από τις συναντήσεις στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών καθώς και μέσα από την πρωτοβουλία των λαϊκών συνελεύσεων σε γειτονιές και πλατείες.
Αυτή η διαδικασία περνάει και μέσα από την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος καλείται να προσαρμοστεί ταχύτατα, πολιτικά και οργανωτικά, στα νέα δεδομένα. Εκ των πραγμάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ της 5ης Μάη δεν είναι ο ίδιος με τον μετεκλογικό ΣΥΡΙΖΑ, όπως σημείωσε ο ίδιος ο Τσίπρας. Πέρα από την ανάγκη να υπερβεί τον τυπικό σκόπελο του εκλογικού νόμου, που δεν δίνει το μπόνους των 50 εδρών σε συνασπισμό κομμάτων, πλέον αναδύεται η ανάγκη μιας πιο ενιαίας και καλύτερα συντονισμένης λειτουργίας.
Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει μπροστά του τη διαχείριση της ποικιλομορφίας των απόψεων που απορρέουν από την πληθώρα των ιδεολογικών τάσεων που τον συγκροτούν, μέσα σε ένα εξαιρετικά πιεστικό περιβάλλον που έχει δείξει τα δόντια και στήνει παγίδες μεγεθύνοντας και διαστρεβλώνοντας το παραμικρό.
Τέλος, ιδεολογικά και πολιτικά, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ απευθύνεται σε ένα ευρύ τμήμα της κοινωνίας και όχι στα στενά όρια της ριζοσπαστικής Αριστεράς, διαφαίνεται – και από τις θέσεις του και την όλη ρητορική του – ότι αποκτά χαρακτηριστικά κεντροαριστερού κόμματος το οποίο καλείται να διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο στην ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς στο πολιτικό σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου