Γράφαμε στο προηγούμενο φύλλο μας, σε ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ για την «Ελληνική
μάχη κατά των φονιέντων», ότι «ένα άρθρο της δασκάλας από τη Ραφήνα,
της Μαρίας Χρυσού, που αναφερόταν στο βιβλίο της Γραμματικής της Ε’ και
ΣΤ’ Δημοτικού … ήρθε για να ταράξει τα νερά και να πάρει φωτιά το
Διαδίκτυο, ένα μέσο που επιτρέπει χωρίς φραγμούς την κριτική και την
ελεύθερη διατύπωση των απόψεων.
Χρειάστηκε, μάλιστα, να επιστρατευθούν με αξιοπαρατήρητη γρηγοράδα 140 γλωσσολόγοι, μερικές δεκάδες πανεπιστημιακοί ή γκουρού της γλωσσολογίας, για να την κατακεραυνώσουν, απαξιώνοντας το τεκμηριωμένο κείμενό της και αφήνοντας, ούτε λίγο ούτε πολύ, να εννοηθεί ότι η γυναίκα δεν ήξερε τι γράφει, μόνο και μόνο γιατί ζητούσε να μείνει η ελληνική γλώσσα ανέπαφη…».
Αυτή λοιπόν ήταν η αρχή γιατί από εκεί και πέρα άρχισαν να αναπτύσσονται τα «αντίπαλα» στρατόπεδα και σιγά - σιγά το θέμα άρχισε να μετατρέπεται σε μια μάχη (για μια φορά ακόμη) για την προάσπιση της ελληνικής γλώσσας από ενέργειες που τελικά όλα δείχνουν ότι οδηγούν στην απλοποίησή της και στην «τεμπελική» φωνητική γραφή.
Το θέμα, λοιπόν, δεν ήταν μόνο πόσα είναι τελικά τα φωνήεντα; 5 ή 7; Το γλωσσικό ζήτημα που έχει προκύψει το τελευταίο διάστημα είναι αν έχει άδικο η δασκάλα της Ραφήνας στις επιφυλάξεις της ή υπάρχει ένας ουσιαστικός νέος κίνδυνος για την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας. Τα στρατόπεδα είναι δύο, όπως επίσης και οι πλευρές του νομίσματος. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… για να έχετε μια συνολικότερη εικόνα, την οποία δεν καταφέραμε να σας δώσουμε στο προηγούμενο φύλλο,
Το βαρύ πυροβολικό
Το έναυσμα για αυτήν την ιδιότυπη διαμάχη ήταν, λοιπόν, το άρθρο της δασκάλας κ. Χρυσού, το οποίο αναδημοσιεύθηκε σε διάφορα blogs και sites, και δεν θα έπαιρναν χαμπάρι οι περισσότεροι στα ΜΜΕ αν δεν έφθανε στα γραφεία τους μια ανακοίνωση εκατόν σαράντα (140) γλωσσολόγων καθηγητών στα πανεπιστήμιά μας, οι οποίοι χαρακτηρίζουν τις παρατηρήσεις της κ. Χρυσού ως «εσφαλμένες και ανυπόστατες»… Και είναι απορίας άξιο το πώς και το γιατί σ’ ένα «εσφαλμένο και ανυπόστατο» – όπως το χαρακτήρισαν οι ίδιοι – κείμενο μιας άγνωστης δασκάλας από τη Ραφήνα απαντούν 140 πανεπιστημιακοί.
«Η πρωτοβουλία μας αυτή δεν έχει συντεχνιακό χαρακτήρα αλλά τη θεωρήσαμε επιβεβλημένη, όταν μια επιστημονικά ανυπόστατη καταγγελία μετατρέπεται τόσο άκριτα σε επιστημονικό μανιφέστο και οδηγεί χιλιάδες συμπατριώτες μας σε παράλογα συμπεράσματα» αναφέρουν χαρακτηριστικά στην επιστολή οι 140 γλωσσολόγοι, προκειμένου να δικαιολογηθούν, ενώ κατηγορούν για φτωχά και αντιεπιστημονικά επιχειρήματα το άρθρο «που αναπαράγεται και διαδίδεται άκριτα στο διαδίκτυο και στα Μ.Μ.Ε.».
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης χρειάστηκε να αρθρογραφήσει δύο φορές στην εφημερίδα «Βήμα της Κυριακής», υποστηρίζοντας ότι εκπλήσσεται «για το πόσο εύκολα μια ανενημέρωτη στο αντικείμενό της δασκάλα μπορεί να εγείρει εκ τού μη όντος ένα θέμα, για το πώς ένας συνδικαλιστικός φορέας (με βαρύ εκπαιδευτικό όνομα) φιλοξενεί άκριτα στον διαδικτυακό του τόπο μια ανόητη παρατήρηση μέλους του» προκαλώντας βεβαίως έκπληξη για το ασυνήθιστο ύφος και τον τρόπο που αναφέρεται στη δασκάλα που ξεκίνησε το θέμα ο από τη φύση του ευγενέστατος καθηγητής.
Και η προσωπική αυτή επίθεση στη δασκάλα και στον Σύλλογο Εκπαιδευτικών Π.Ε. «Αλέξανδρος Δελμούζος» που ανήρτησε το κείμενο της κ. Χρυσού… προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, την αντίδραση του συλλόγου, ο οποίος απάντησε στον Γ. Μπαμπινιώτη, λέγοντας πως λυπάται για την τοποθέτησή του, καθώς δεν υπερασπίστηκε με σθένος την ελευθερία της έκφρασης των διαφορετικών απόψεων.
Η... άλλη πλευρά
Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι και πως όντως ανακύπτουν πολλά ζητήματα στο καινούργιο βιβλίο της Γραμματικής της Ε’ και ΣΤ’ τάξης του δημοτικού. Και πρέπει να ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι για τη σύγχυση κατ’ αρχάς που δημιουργήθηκε σίγουρα δεν φταίει μόνο μια δασκάλα από τη Ραφήνα. Η ίδια η εκπαίδευση αποτελεί από μόνη της ένα τεράστιο πρόβλημα που μπερδεύει γονείς, εκπαιδευτικούς φορείς και πρωτίστως τους μαθητές – πρόσωπα όχι και λίγο ταλαιπωρημένα – από την οδύσσεια της ελληνικής Παιδείας.
Μην ξεχνάμε τα γλωσσικά ζητήματα που προκύπτουν συχνά στα ελληνικά βιβλία, τις ανακρίβειες, την έλλειψη υποδομών και εκπαιδευτικών όπως επίσης και το καινούργιο «φρούτο», την απαράδεκτη καθυστέρηση στη διανομή των σχολικών βιβλίων. Όλα αυτά συνθέτουν το σκηνικό του χάους στην εκπαίδευση των τελευταίων 40 χρόνων.
Στο πρόσφατο θέμα τώρα που ανέκυψε κι έπειτα από τις συνεχείς «απλοποιήσεις» της ελληνικής γλώσσας και γραφής όλα αυτά τα χρόνια αλλά και την κακοποίησή της, το βασικό ζήτημα είναι μήπως αυτό το βιβλίο – ακόμα κι αν είναι όντως άρτιο, όπως υποστηρίζουν οι γλωσσολόγοι – είναι η απαρχή της καθιέρωσης της φωνητικής γραφής, υπό την επιρροή μάλιστα και των greeklish (πρόκειται ουσιαστικά για λατινική γραφή στο Ίντερνετ), για τα οποία δεν γίνεται από το υπουργείο Παιδείας καμία εκστρατεία ώστε να αποτραπούν τα παιδιά από τη χρήση τους.
Παράλληλα, είναι βέβαιο ότι πρό- κειται για γνώσεις θεωρητικού επιπέδου που απευθύνονται σε φοιτητές και όχι σε μαθητάκια του δημοτικού, τα οποία μάλιστα κανένας δεν ευαισθητοποιεί για την ανάγκη της σωστής γραφής της γλώσσας… Δεν είναι όμως μόνο το επίμαχο βιβλίο για το οποίο δημιουργήθηκε το ζήτημα… είναι και ένα πακέτο τρόπου διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, σε μια λάθος κατεύθυνση.
Μια διδασκαλία που δεν οδηγεί στη διαχρονική μελέτη και γνώση της γλώσσας, αλλά όλο και περισσότερο στη συρρίκνωσή της και στην απλούστευσή της… Και ακόμη, είναι βέβαιο ότι η ελληνική γλώσσα δεν διδάσκεται με τον καλύτερο τρόπο, αλλά με έναν τρόπο που συχνά οδηγεί στην κακοποίηση…
Η αρθρογραφία πάντως στα sites ένθεν κακείθεν καλά κρατεί… με χαρακτηριστικά των δύο πλευρών.
Οι επικριτές του βιβλίου μιλάνε καθαρά για δημιουργία των προϋποθέσεων για τη μετάβαση στη φωνητική γραφή, κάτι που ορισμένοι κύκλοι, ειδικά στην Ευρώπη (η πρόταση Ματσάκη το αποδεικνύει), επιδιώκουν, ενώ οι υποστηρικτές του βιβλίου προσπαθούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις μεταφέροντας βέβαια τη συζήτηση περί προστασίας της γλώσσας στη γνωστή κινδυνολογία περί υπονόμευσης της δημοτικής γλώσσας!!! Το «Π» πάντως θα παρακολουθεί αυτό το θέμα γιατί θεωρεί ότι είναι σοβαρό. Ίσως αυτήν την περίοδο να έχουν πέσει οι τόνοι λόγω διακοπών, όμως τον Σεπτέμβριο με τα σχολεία ανοικτά είναι βέβαιο ότι θα βρεθεί πάλι στην επικαιρότητα. Και τότε θα είμαστε παρόντες…
Ο Βύρωνας ξιφουλκεί για τη γλώσσα με σύμμαχο τον… Καστοριάδη
Το θέμα άρχισε να απασχολεί βέβαια και τους πολιτικούς και ιδιαίτερα εκείνους που έχουν μια ειδική σχέση με τη γλώσσα και σε κάθε περίπτωση την υπερασπίζονται. Δεν μπορούσε λοιπόν να μη μιλήσει ο λόγιος της γαλάζιας παράταξης, ο Βύρωνας Πολύδω-ρας… Με συνεχείς δηλώσεις του και με ερώτηση στη Βουλή, κατέστησε σαφές ότι θα μπει μπροστά σε αυτήν την επίθεση κατά της ελληνικής γλώσσας, όπως τη χαρακτηρίζει.
Ερώτηση στη Βουλή
Δεν παρέλειψε βέβαια να καταθέσει ερώτηση στη Βουλή για το «καυτό» θέμα, κάνοντας λόγο για οργανωμένο σχέδιο διάλυσης της γραμματικής και της γλώσσας και αμφισβητώντας ευθέως τους επιστήμονες για το θέμα των φωνηέντων. Ειδικότερα, φαίνεται να τάσσεται υπέρ των απόψεων που εκφράζει η δασκάλα, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι το σχέδιο «διάλυσης» της γραμματικής, για το οποίο κάνει λόγο, «δεν είναι λάθος ή αμέλεια. Είναι “προμελέτη”».
«Όλα δείχνουν και μας κάνουν να υποψιαζόμαστε πως τα πράγματα οδηγούνται και καθοδηγούνται ύπουλα και ταχέως στη λεγόμενη φωνητική γραφή και κατ’ επέκταση στην αντικατάσταση του ελληνικού αλφαβήτου από το λατινικό» σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Βύρων Πολύδωρας και ρωτά τον υπουργό Παιδείας εάν θα επιτραπεί η κυκλοφορία του εν λόγω βιβλίου.
Παράλληλα, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής σε ένα εξαιρετικό άρθρο του σε κυριακάτικη εφημερίδα, αφού επικαλείται τη φράση του Οδυσσέα Ελύτη «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου» από το «Άξιον Εστί», δηλώνει ευθαρσώς: «Δεν είμαι “Ελληναράς”. Ούτε εγώ ούτε οι ομοϊδεάτες μου. Απλά, είμαι Έλληνας. Που αγαπά τη γλώσσα του και τη θεωρεί συστατικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητάς του».
Δεν φοβάμαι – σημειώνει – τους «τοκογλύφους» εταίρους μας που εισβάλλουν στη ζωή μας με τα μνημόνια και τους τραπεζικούς εκβιασμούς τους, όσο φοβάμαι τη σκουριά από την ύπουλη οξείδωση της αφελλήνισης. Και επιχειρείται μια τέτοια αφελλήνι-ση με χίλιους τρόπους, ύπουλα, ανεπαίσθητα. «Οι διάφοροι φωστήρες βαστάνε από μια πατέντα στα χέρια και μέρα - νύχτα δουλεύουνε για να “συγχρονίσουν” την Ελλάδα, ενώ στ’ αλήθεια σκάβουνε τον λάκκο της» μας προειδοποιεί ήδη από το 1951 ο Φώτης Κόντογλου.
Και συνεχίζει ο Βύρων Πολύδωρας: «Η παραίτηση είναι ο πρώτος, ο μεγαλύτερος κίνδυνος. Δεν έχουμε άλλες δυνάμεις. Κινδυνεύουμε από χρεωκοπία. Παραιτούμεθα από τις άλλες “βάρδιες”. Δεν φυλάμε. Όλη η προσοχή μας είναι στραμμένη στα “ισοδύναμα μέτρα”, στις “οριζόντιες περικοπές”, στα “ελλείμματα”, στις “δαπάνες”, στα “χαράτσια” και στους “φόρους”, στην “επιμήκυνση”, στο “κούρεμα” και στα άλλα μέτωπα της δύστυχης μοίρας μας. Ναι, έτσι είναι. Έτσι τίθενται οι προτεραιότητες σε όλον τον ιστορικό δρόμο.
Αλλά αν στην οικονομική χρεωκοπία προσθέσεις και την πνευματική χρεωκοπία (αν αρνηθείς ταυτόχρονα τη γλώσσα σου και την πίστη σου και επιλέξεις τη μαζοποίησή σου) τότε μετά μαθηματικής βεβαιότητος δεν υπάρχει ελπίς. Γιατί παρητήθησαν οι πολεμιστές. Έγιναν ριψάσπιδες και αρνησίδοξοι. Δεν έχουν τα ψυχικά εφόδια να παλέψουν. Ούτε ως καταναλωτικά όντα δεν θα μπορούν οι διαβιούντες - δεν λέω Έλληνες - σ’ αυτόν τον τόπο να επιζήσουν. Η χώρα Ελλάς θα είναι χώρος. Και ο λαός, χωρίς την πνευματική, ηθική και εν τέλει εθνική του ουσία, “καταλυματίας”. Που θα περιμένει τον αφέντη που θα του δώσει “περισσότερα” για να τον προσκυνήσει. Αυτή θα είναι η κατάληξη της πνευματικής παραίτησης και χρεωκοπίας».
Κλείνει μάλιστα το άρθρο αυτό επικαλούμενος μια αποστροφή του Κορνήλιου Καστοριάδη ο οποίος για το θέμα της ελληνικής γλώσσας είχε επισημάνει ότι «Η κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας, που είναι τελικά η καταστροφή της συνέχειας. Ήδη τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων Ελληνικών. Δηλαδή πάμε να καταστρέψουμε ό,τι χτίσαμε. Αυτή είναι η δραματική μοίρα του σύγχρονου Ελληνισμού
Χρειάστηκε, μάλιστα, να επιστρατευθούν με αξιοπαρατήρητη γρηγοράδα 140 γλωσσολόγοι, μερικές δεκάδες πανεπιστημιακοί ή γκουρού της γλωσσολογίας, για να την κατακεραυνώσουν, απαξιώνοντας το τεκμηριωμένο κείμενό της και αφήνοντας, ούτε λίγο ούτε πολύ, να εννοηθεί ότι η γυναίκα δεν ήξερε τι γράφει, μόνο και μόνο γιατί ζητούσε να μείνει η ελληνική γλώσσα ανέπαφη…».
Αυτή λοιπόν ήταν η αρχή γιατί από εκεί και πέρα άρχισαν να αναπτύσσονται τα «αντίπαλα» στρατόπεδα και σιγά - σιγά το θέμα άρχισε να μετατρέπεται σε μια μάχη (για μια φορά ακόμη) για την προάσπιση της ελληνικής γλώσσας από ενέργειες που τελικά όλα δείχνουν ότι οδηγούν στην απλοποίησή της και στην «τεμπελική» φωνητική γραφή.
Το θέμα, λοιπόν, δεν ήταν μόνο πόσα είναι τελικά τα φωνήεντα; 5 ή 7; Το γλωσσικό ζήτημα που έχει προκύψει το τελευταίο διάστημα είναι αν έχει άδικο η δασκάλα της Ραφήνας στις επιφυλάξεις της ή υπάρχει ένας ουσιαστικός νέος κίνδυνος για την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας. Τα στρατόπεδα είναι δύο, όπως επίσης και οι πλευρές του νομίσματος. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… για να έχετε μια συνολικότερη εικόνα, την οποία δεν καταφέραμε να σας δώσουμε στο προηγούμενο φύλλο,
Το βαρύ πυροβολικό
Το έναυσμα για αυτήν την ιδιότυπη διαμάχη ήταν, λοιπόν, το άρθρο της δασκάλας κ. Χρυσού, το οποίο αναδημοσιεύθηκε σε διάφορα blogs και sites, και δεν θα έπαιρναν χαμπάρι οι περισσότεροι στα ΜΜΕ αν δεν έφθανε στα γραφεία τους μια ανακοίνωση εκατόν σαράντα (140) γλωσσολόγων καθηγητών στα πανεπιστήμιά μας, οι οποίοι χαρακτηρίζουν τις παρατηρήσεις της κ. Χρυσού ως «εσφαλμένες και ανυπόστατες»… Και είναι απορίας άξιο το πώς και το γιατί σ’ ένα «εσφαλμένο και ανυπόστατο» – όπως το χαρακτήρισαν οι ίδιοι – κείμενο μιας άγνωστης δασκάλας από τη Ραφήνα απαντούν 140 πανεπιστημιακοί.
«Η πρωτοβουλία μας αυτή δεν έχει συντεχνιακό χαρακτήρα αλλά τη θεωρήσαμε επιβεβλημένη, όταν μια επιστημονικά ανυπόστατη καταγγελία μετατρέπεται τόσο άκριτα σε επιστημονικό μανιφέστο και οδηγεί χιλιάδες συμπατριώτες μας σε παράλογα συμπεράσματα» αναφέρουν χαρακτηριστικά στην επιστολή οι 140 γλωσσολόγοι, προκειμένου να δικαιολογηθούν, ενώ κατηγορούν για φτωχά και αντιεπιστημονικά επιχειρήματα το άρθρο «που αναπαράγεται και διαδίδεται άκριτα στο διαδίκτυο και στα Μ.Μ.Ε.».
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης χρειάστηκε να αρθρογραφήσει δύο φορές στην εφημερίδα «Βήμα της Κυριακής», υποστηρίζοντας ότι εκπλήσσεται «για το πόσο εύκολα μια ανενημέρωτη στο αντικείμενό της δασκάλα μπορεί να εγείρει εκ τού μη όντος ένα θέμα, για το πώς ένας συνδικαλιστικός φορέας (με βαρύ εκπαιδευτικό όνομα) φιλοξενεί άκριτα στον διαδικτυακό του τόπο μια ανόητη παρατήρηση μέλους του» προκαλώντας βεβαίως έκπληξη για το ασυνήθιστο ύφος και τον τρόπο που αναφέρεται στη δασκάλα που ξεκίνησε το θέμα ο από τη φύση του ευγενέστατος καθηγητής.
Και η προσωπική αυτή επίθεση στη δασκάλα και στον Σύλλογο Εκπαιδευτικών Π.Ε. «Αλέξανδρος Δελμούζος» που ανήρτησε το κείμενο της κ. Χρυσού… προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, την αντίδραση του συλλόγου, ο οποίος απάντησε στον Γ. Μπαμπινιώτη, λέγοντας πως λυπάται για την τοποθέτησή του, καθώς δεν υπερασπίστηκε με σθένος την ελευθερία της έκφρασης των διαφορετικών απόψεων.
Η... άλλη πλευρά
Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι και πως όντως ανακύπτουν πολλά ζητήματα στο καινούργιο βιβλίο της Γραμματικής της Ε’ και ΣΤ’ τάξης του δημοτικού. Και πρέπει να ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι για τη σύγχυση κατ’ αρχάς που δημιουργήθηκε σίγουρα δεν φταίει μόνο μια δασκάλα από τη Ραφήνα. Η ίδια η εκπαίδευση αποτελεί από μόνη της ένα τεράστιο πρόβλημα που μπερδεύει γονείς, εκπαιδευτικούς φορείς και πρωτίστως τους μαθητές – πρόσωπα όχι και λίγο ταλαιπωρημένα – από την οδύσσεια της ελληνικής Παιδείας.
Μην ξεχνάμε τα γλωσσικά ζητήματα που προκύπτουν συχνά στα ελληνικά βιβλία, τις ανακρίβειες, την έλλειψη υποδομών και εκπαιδευτικών όπως επίσης και το καινούργιο «φρούτο», την απαράδεκτη καθυστέρηση στη διανομή των σχολικών βιβλίων. Όλα αυτά συνθέτουν το σκηνικό του χάους στην εκπαίδευση των τελευταίων 40 χρόνων.
Στο πρόσφατο θέμα τώρα που ανέκυψε κι έπειτα από τις συνεχείς «απλοποιήσεις» της ελληνικής γλώσσας και γραφής όλα αυτά τα χρόνια αλλά και την κακοποίησή της, το βασικό ζήτημα είναι μήπως αυτό το βιβλίο – ακόμα κι αν είναι όντως άρτιο, όπως υποστηρίζουν οι γλωσσολόγοι – είναι η απαρχή της καθιέρωσης της φωνητικής γραφής, υπό την επιρροή μάλιστα και των greeklish (πρόκειται ουσιαστικά για λατινική γραφή στο Ίντερνετ), για τα οποία δεν γίνεται από το υπουργείο Παιδείας καμία εκστρατεία ώστε να αποτραπούν τα παιδιά από τη χρήση τους.
Παράλληλα, είναι βέβαιο ότι πρό- κειται για γνώσεις θεωρητικού επιπέδου που απευθύνονται σε φοιτητές και όχι σε μαθητάκια του δημοτικού, τα οποία μάλιστα κανένας δεν ευαισθητοποιεί για την ανάγκη της σωστής γραφής της γλώσσας… Δεν είναι όμως μόνο το επίμαχο βιβλίο για το οποίο δημιουργήθηκε το ζήτημα… είναι και ένα πακέτο τρόπου διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, σε μια λάθος κατεύθυνση.
Μια διδασκαλία που δεν οδηγεί στη διαχρονική μελέτη και γνώση της γλώσσας, αλλά όλο και περισσότερο στη συρρίκνωσή της και στην απλούστευσή της… Και ακόμη, είναι βέβαιο ότι η ελληνική γλώσσα δεν διδάσκεται με τον καλύτερο τρόπο, αλλά με έναν τρόπο που συχνά οδηγεί στην κακοποίηση…
Η αρθρογραφία πάντως στα sites ένθεν κακείθεν καλά κρατεί… με χαρακτηριστικά των δύο πλευρών.
Οι επικριτές του βιβλίου μιλάνε καθαρά για δημιουργία των προϋποθέσεων για τη μετάβαση στη φωνητική γραφή, κάτι που ορισμένοι κύκλοι, ειδικά στην Ευρώπη (η πρόταση Ματσάκη το αποδεικνύει), επιδιώκουν, ενώ οι υποστηρικτές του βιβλίου προσπαθούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις μεταφέροντας βέβαια τη συζήτηση περί προστασίας της γλώσσας στη γνωστή κινδυνολογία περί υπονόμευσης της δημοτικής γλώσσας!!! Το «Π» πάντως θα παρακολουθεί αυτό το θέμα γιατί θεωρεί ότι είναι σοβαρό. Ίσως αυτήν την περίοδο να έχουν πέσει οι τόνοι λόγω διακοπών, όμως τον Σεπτέμβριο με τα σχολεία ανοικτά είναι βέβαιο ότι θα βρεθεί πάλι στην επικαιρότητα. Και τότε θα είμαστε παρόντες…
Ο Βύρωνας ξιφουλκεί για τη γλώσσα με σύμμαχο τον… Καστοριάδη
Το θέμα άρχισε να απασχολεί βέβαια και τους πολιτικούς και ιδιαίτερα εκείνους που έχουν μια ειδική σχέση με τη γλώσσα και σε κάθε περίπτωση την υπερασπίζονται. Δεν μπορούσε λοιπόν να μη μιλήσει ο λόγιος της γαλάζιας παράταξης, ο Βύρωνας Πολύδω-ρας… Με συνεχείς δηλώσεις του και με ερώτηση στη Βουλή, κατέστησε σαφές ότι θα μπει μπροστά σε αυτήν την επίθεση κατά της ελληνικής γλώσσας, όπως τη χαρακτηρίζει.
Ερώτηση στη Βουλή
Δεν παρέλειψε βέβαια να καταθέσει ερώτηση στη Βουλή για το «καυτό» θέμα, κάνοντας λόγο για οργανωμένο σχέδιο διάλυσης της γραμματικής και της γλώσσας και αμφισβητώντας ευθέως τους επιστήμονες για το θέμα των φωνηέντων. Ειδικότερα, φαίνεται να τάσσεται υπέρ των απόψεων που εκφράζει η δασκάλα, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι το σχέδιο «διάλυσης» της γραμματικής, για το οποίο κάνει λόγο, «δεν είναι λάθος ή αμέλεια. Είναι “προμελέτη”».
«Όλα δείχνουν και μας κάνουν να υποψιαζόμαστε πως τα πράγματα οδηγούνται και καθοδηγούνται ύπουλα και ταχέως στη λεγόμενη φωνητική γραφή και κατ’ επέκταση στην αντικατάσταση του ελληνικού αλφαβήτου από το λατινικό» σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Βύρων Πολύδωρας και ρωτά τον υπουργό Παιδείας εάν θα επιτραπεί η κυκλοφορία του εν λόγω βιβλίου.
Παράλληλα, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής σε ένα εξαιρετικό άρθρο του σε κυριακάτικη εφημερίδα, αφού επικαλείται τη φράση του Οδυσσέα Ελύτη «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου» από το «Άξιον Εστί», δηλώνει ευθαρσώς: «Δεν είμαι “Ελληναράς”. Ούτε εγώ ούτε οι ομοϊδεάτες μου. Απλά, είμαι Έλληνας. Που αγαπά τη γλώσσα του και τη θεωρεί συστατικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητάς του».
Δεν φοβάμαι – σημειώνει – τους «τοκογλύφους» εταίρους μας που εισβάλλουν στη ζωή μας με τα μνημόνια και τους τραπεζικούς εκβιασμούς τους, όσο φοβάμαι τη σκουριά από την ύπουλη οξείδωση της αφελλήνισης. Και επιχειρείται μια τέτοια αφελλήνι-ση με χίλιους τρόπους, ύπουλα, ανεπαίσθητα. «Οι διάφοροι φωστήρες βαστάνε από μια πατέντα στα χέρια και μέρα - νύχτα δουλεύουνε για να “συγχρονίσουν” την Ελλάδα, ενώ στ’ αλήθεια σκάβουνε τον λάκκο της» μας προειδοποιεί ήδη από το 1951 ο Φώτης Κόντογλου.
Και συνεχίζει ο Βύρων Πολύδωρας: «Η παραίτηση είναι ο πρώτος, ο μεγαλύτερος κίνδυνος. Δεν έχουμε άλλες δυνάμεις. Κινδυνεύουμε από χρεωκοπία. Παραιτούμεθα από τις άλλες “βάρδιες”. Δεν φυλάμε. Όλη η προσοχή μας είναι στραμμένη στα “ισοδύναμα μέτρα”, στις “οριζόντιες περικοπές”, στα “ελλείμματα”, στις “δαπάνες”, στα “χαράτσια” και στους “φόρους”, στην “επιμήκυνση”, στο “κούρεμα” και στα άλλα μέτωπα της δύστυχης μοίρας μας. Ναι, έτσι είναι. Έτσι τίθενται οι προτεραιότητες σε όλον τον ιστορικό δρόμο.
Αλλά αν στην οικονομική χρεωκοπία προσθέσεις και την πνευματική χρεωκοπία (αν αρνηθείς ταυτόχρονα τη γλώσσα σου και την πίστη σου και επιλέξεις τη μαζοποίησή σου) τότε μετά μαθηματικής βεβαιότητος δεν υπάρχει ελπίς. Γιατί παρητήθησαν οι πολεμιστές. Έγιναν ριψάσπιδες και αρνησίδοξοι. Δεν έχουν τα ψυχικά εφόδια να παλέψουν. Ούτε ως καταναλωτικά όντα δεν θα μπορούν οι διαβιούντες - δεν λέω Έλληνες - σ’ αυτόν τον τόπο να επιζήσουν. Η χώρα Ελλάς θα είναι χώρος. Και ο λαός, χωρίς την πνευματική, ηθική και εν τέλει εθνική του ουσία, “καταλυματίας”. Που θα περιμένει τον αφέντη που θα του δώσει “περισσότερα” για να τον προσκυνήσει. Αυτή θα είναι η κατάληξη της πνευματικής παραίτησης και χρεωκοπίας».
Κλείνει μάλιστα το άρθρο αυτό επικαλούμενος μια αποστροφή του Κορνήλιου Καστοριάδη ο οποίος για το θέμα της ελληνικής γλώσσας είχε επισημάνει ότι «Η κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας, που είναι τελικά η καταστροφή της συνέχειας. Ήδη τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων Ελληνικών. Δηλαδή πάμε να καταστρέψουμε ό,τι χτίσαμε. Αυτή είναι η δραματική μοίρα του σύγχρονου Ελληνισμού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου