Ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ με αντιπροσωπεία εκπαιδευτικών σε διαθεσιμότητα, υλοποιώντας σχετική απόφαση του ΔΣ κατέθεσαν σήμερα, Δευτέρα 12/1/14, στις 9 π.μ. στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, μήνυση κατά των Υπουργών Παιδείας και Διοικητικής Μεταρρύθμισης για τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος και της υπεξαίρεσης, με αίτημα να επανέλθει η μισθοδοσία των 85 εκπαιδευτικών σε διαθεσιμότητα στους οποίους έχει γίνει παράνομη περικοπή μισθού από τις 22 / 03 / 2014, χωρίς, από την άλλη μεριά, να εκδοθεί ποτέ διαπιστωτική πράξη απόλυσης.
Ακολουθεί το περιεχόμενο της μήνυσης.
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΜΗΝΥΣΗΣ
Το ΔΣ της ΟΛΜΕ εξουσιοδότησε τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης, Θεμιστοκλή Κοτσιφάκη του Ιωσήφ, να καταθέσει ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, μήνυση κατά του υπουργού Παιδείας Ανδρέα Λοβέρδου, του υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκου Μητσοτάκη και της Ευδοκίας Καρδαμίτση, για τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος και της υπεξαίρεσης που διέπραξαν και έχουν αναλυτικά ως εξής:
Κε Εισαγγελέα,
Μηνύουμε τους ανωτέρω αναφερόμενους, υπουργoύς και την Γενική Διευθύντρια προσωπικού Π.Ε. και Δ.Ε. του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, για τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος (αρ. 259 Π.Κ) και της υπεξαίρεσης (αρ. 298 παρ. 2 Π.Κ.) που διέπραξαν σε βάρος μας, και έχουν αναλυτικά ως εξής:
ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Στο άρθρο 26 του Συντάγματος καθιερώνεται η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών ως θεμελιώδης και μη αναθεωρητέα αρχή του πολιτεύματος. Η θεμελιώδης αυτή αρχή αποτελεί την κατεξοχήν οργανωτική βάση του πολιτεύματος δεδομένου ότι επ’ αυτής οργανώνεται το κράτος στις βασικές του λειτουργίες, δηλαδή τη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική. Στο πλαίσιο δε της εκτελεστικής λειτουργίας εντάσσονται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Κυβέρνηση και η Δημόσια Διοίκηση. Στη συνταγματική διάσταση της προβληματικής πρέπει να ενταχθεί και το άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος το οποίο κατοχυρώνει ρητώς την θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου, η οποία συνάγεται και από άλλες διατάξεις. Το περιεχόμενο της αρχής του κράτους δικαίου συνίσταται στο ότι η πολιτειακή δράση, εν προκειμένω η δράση των οργάνων της εκτελεστικής λειτουργίας, προσδιορίζεται και περιορίζεται από κανόνες δικαίου οι οποίοι καθορίζουν τα όργανα, τα μέσα και τη διαδικασία της δράσης αυτή. Στο συνταγματικό μας πλαίσιο πρέπει ακόμη να περιληφθούν και τα άρθρα 101-106 του Συντάγματος που αναφέρονται σε βασικά θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της διοίκησης.
Σύμφωνα με τις αρχές της διάκρισης των εξουσιών – που αποτελεί την οργανωτική βάση του κράτους - και του κράτους δικαίου, οι νόμοι θεσπίζονται από τη νομοθετική εξουσία και εκτελούνται / εφαρμόζονται από την εκτελεστική, με την έκδοση προς τούτο, ατομικών ή κανονιστικών διοικητικών πράξεων.
Η διοικητική πράξη είναι η δήλωση βούλησης του διοικητικού οργάνου, με την οποία θεσπίζεται μονομερώς μια ρύθμιση κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, η οποία ανατέθηκε στη διοίκηση με διάταξη νόμου.
Διαπιστωτικές είναι οι ατομικές διοικητικές πράξεις με τις οποίες διαπιστώνεται η υπαγωγή ορισμένου προσώπου σε έναν ή περισσότερους κανόνες δικαίου. Περιλαμβάνουν δεσμευτικές διαπιστώσεις νομικώς σημαντικών ιδιοτήτων προσώπων ή πραγμάτων. Οι διαπιστωτικές πράξεις είναι εκτελεστές, καθώς αποτελούν νομικά δεσμευτικές διοικητικές πράξεις, υποχρεωτικές για το διοικητικό όργανο και αναγκαίες για την επέλευση νομικών συνεπειών στη συνέχεια, μέσω της έκδοσης νέων (συστατικών) διοικητικών πράξεων, και μπορούν να προσβληθούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Παραδείγματα διαπιστωτικών πράξεων είναι η σύνταξη μητρώου αρρένων ή στρατολογικού καταλόγου, ο καθορισμός ορίων αιγιαλού, η σύνταξη πρωτοκόλλου περί παραβάσεως διοικητικών νόμων κ.ο.κ. Την έκδοση διαπιστωτικών πράξεων σε σειρά περιπτώσεων προέβλεψε ο Υπαλληλικός Κώδικας, σύμφωνα με τον οποίο, χρειάζεται διαπιστωτική πράξη ακόμη για την αυτοδίκαιη θέση υπαλλήλου σε αργία (αρ. 103 Υ.Κ.), για την παραίτηση υπαλλήλου (αρ. 149 Υ.Κ.), για την αυτοδίκαιη έκπτωση υπαλλήλου λόγω ποινικής καταδίκης (αρ. 150 Υ.Κ.), την απόλυση λόγω συμπλήρωσης ορίου ηλικίας (αρ. 218 Υ.Κ.). αλλά και ο ν. 4093/2012: Στην υποπαράγραφο Ζ.1, περ. 5, προβλέπεται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης για την καταγγελία σύμβασης αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου λόγω μη εμφάνισης του μεταταχθέντος υπαλλήλου στον φορέα υποδοχής, στην υποπαράγραφο Ζ.2 προβλέπεται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης για τη θέση υπαλλήλων σε διαθεσιμότητα ενώ στην υποπαράγραφο Ζ.3, περ. 3 προβλέπεται διαπιστωτική πράξη για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία αλλά και για την επάνοδο στην υπηρεσία.
Στο ν. 4093/2012 στην υποπαράγραφο Ζ.2. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου ορίζονται τα εξής: «ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ 1. Μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού οι θέσεις των οποίων καταργούνται, τίθενται σε διαθεσιμότητα. Η διαθεσιμότητα της προηγούμενης περίπτωσης διαρκεί οκτώ (8) μήνες. … ενώ στην παρ. 4: «Η υπηρεσιακή σχέση των μόνιμων υπαλλήλων που βρίσκονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, …, εφόσον δεν μεταταχθούν ή μεταφερθούν, λύεται με τη λήξη του καθεστώτος της διαθεσιμότητας. …».
Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, μετά την παρέλευση της υπό του νόμου ταχθείσας προθεσμίας, οι αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες, θα πρέπει να εκδώσουν διαπιστωτικές πράξεις, δηλ. ατομικές διοικητές πράξεις με τις οποίες θα διαπιστώνεται η συνδρομή των προϋποθέσεων του Νόμου στο πρόσωπο ενός εκάστου υπαλλήλου που αφορούν και θα «εκτελείται» - «εφαρμόζεται» η σχετική διάταξη με τη λύση της σχέσης εργασίας του εν λόγω υπαλλήλου. Οι Διαπιστωτικές πράξεις είναι ατομικές διοικητικές πράξεις και όχι κανονιστικές. Διαπιστώνουν την συνδρομή των προϋποθέσεων του Νόμου για κάθε έναν υπάλληλο που αφορούν και όχι γενικά και αφηρημένα για τους δημοσίους υπαλλήλους. Αντίθετη διαδικασία, λύση της εργασιακής σχέσης χωρίς την έκδοση ατομικής διαπιστωτικής πράξης για κάθε υπάλληλο που απολύεται, είναι αυθαίρετη, παράνομη και αντισυνταγματική, διότι παραβιάζει όχι μόνο την θεμελιώδη διάκριση των εξουσιών, αλλά και την αρχή του κράτους δικαίου.
Από το Σύνταγμα και τους ειδικούς προς τούτο νόμους, προκύπτει η οργανωτική διάρθρωση της εκτελεστικής εξουσίας, σύμφωνα με την οποία, την ευθύνη για τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης έχει ο υπουργός Εσωτερικών και για την ένταξη ή διαγραφή των καθηγητών μέσης εκπαίδευσης στο μισθολόγιο του δημοσίου, έχει ο υπουργός Παιδείας.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 του Υπαλληλικού Κώδικα: «1. Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών. 2. Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του…. 3. Αν η διαταγή είναι προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη, ο υπάλληλος οφείλει να μην την εκτελέσει και να το αναφέρει χωρίς αναβολή».
Σύμφωνα με το αρθρο 259 Π.Κ.: «Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη».
Σύμφωνα με το άρθρο 298 ΠΚ: «1. Όποιος ιδιοποιείται παράνομα ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση ως δύο έτη ή χρηματική ποινή και αν το αντικείμενο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση από ένα ως πέντε έτη και χρηματική ποινή. 2. Αν πρόκειται για αντικείμενο που το έχουν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ανάγκης ή λόγω της ιδιότητάς του ως εντολοδόχου, επιτρόπου ή κηδεμόνα του παθόντος ή ως μεσεγγυούχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση από ένα ως πέντε έτη και χρηματική ποινή και αν το αντικείμενο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με κάθειρξη ως δέκα έτη και χρηματική ποινή.»
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Οι μηνυτές είμαστε καθηγητές μέσης εκπαίδευσης, τεθειμένοι σε διαθεσιμότητα μετά την κατάργηση των οργανικών μας θέσεων στα Επαγγελματικά Λύκεια και στις Επαγγελματικές Σχολές της χώρας. Η πρώτη των μηνυτών, είναι η ομοσπονδία μας, το δευτεροβάθμιο δηλ. συνδικαλιστικό όργανο που από την αρχή και το καταστατικό του, έχει σκοπό την υπεράσπιση των εργασιακών, κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων των λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης.
Με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις, εκδόθηκε η με αριθμό 106520/Δ2/31-7-2013 Διαπιστωτική Πράξη του δευτέρου μηνυομένου υπουργού Παιδείας, δυνάμει της οποίας καταργήθηκαν οι αναφερόμενες σ’ αυτήν θέσεις εργασίας, τίθενται σε διαθεσιμότητα οι αναφερόμενοι σ’ αυτήν, εκπαιδευτικοί και εντέλλονται οι αρμόδιοι διευθυντές εκπαίδευσης να καταρτίσουν τους μισθολογικούς πίνακες του επόμενου διαστήματος με βάση τα οριζόμενα σ’ αυτήν.
Η αρχική οκτάμηνη προθεσμία εντός της οποίας οι εν λόγω εκπαιδευτικοί έπρεπε να καταταγούν σε άλλες θέσεις που το δημόσιο θα προκήρυσσε, παρατάθηκε διότι το δημόσιο καθυστερούσε να ολοκληρώσει τις διαδικασίες έκδοσης οριστικών πινάκων για τις θέσεις που προβλέπονταν στις ανακοινώσεις του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για την μετάταξη των εκπαιδευτικών.
Τον Μάρτιο του 2014, και ενώ ογδόντα πέντε (85) από τους εκπαιδευτικούς που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα δεν είχαν κάνει αίτηση για τοποθέτηση σε νέα θέση, είτε διότι δεν τους είχε δοθεί το δικαίωμα αυτό είτε γιατί δεν είχε προκηρυχθεί θέση στην ειδικότητά μας ξαφνικά, αυθαίρετα, καταχρηστικά και παράνομα, χωρίς καν την προηγούμενη έκδοση διαπιστωτικής πράξης έπαυσε η μισθοδοσία μας, περικόπτοντας ακόμη και το 75% του μισθού που λαμβάναμε λόγω διαθεσιμότητας. Μεταξύ αυτών, είμαστε και οι μηνυτές.
Ειδικότερα, με βάση με τα αναφερθέντα στο νομικό μέρος της παρούσας μήνυσής μας, ουδέποτε εκδόθηκε πράξη της διοίκησης με την οποία να κρίνεται ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου για την απόλυση ενός εκάστου από εμάς. Διότι αυτός είναι ο ρόλος της διαπιστωτικής ατομικής πράξης της διοίκησης. Όπως προαναφέραμε, με τον τρόπο αυτό η διοίκηση κρίνει – διαπιστώνει τη συνδρομή των όρων του Νόμου στο πρόσωπο ενός εκάστου των εκπαιδευτικών που αφορά. Εν προκειμένω, η απόλυση/παύση της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών έγινε πριν ακόμη διαπιστωθεί νόμιμα από τα αρμόδια όργανα εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Νόμου στο πρόσωπο καθενός απ’ αυτούς.
Τον Σεπτέμβριο του 2014, η πρώτη εξ ημών Ομοσπονδία, αποστείλαμε στους αρμόδιους για τη διεκπεραίωση της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών διευθυντές, εξώδικη δήλωση, δια της οποίας διαμαρτυρόμαστε για την απαράδεκτη διακοπή της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών και δηλώναμε ότι σε περίπτωση μη επαναφοράς της, θα προχωρούσαμε στη δικαστική διεκδίκηση των νομίμως οφειλομένων.
Μετά ταύτα, οι διευθυντές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης υπέβαλαν αίτημα στο αρμόδιο υπουργείο Παιδείας και η διευθύντρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Δ΄ Αθήνας υπέβαλε, ως μη όφειλε, ερώτημα στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
Ο αναρμόδιος και μη γνώστης των τεκταινομένων στο υπουργείο Παιδείας, υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και δεύτερος μηνυόμενος Κυριάκος Μητσοτάκης, απάντησε ότι δεδομένης της παρέλευσης του οκταμήνου (εντός του οποίου θεωρεί λανθασμένα ότι έχουν πραγματοποιηθεί όλες οι προβλεπόμενες ενέργειες από το υπουργείο Παιδείας) η υπαλληλική σχέση έχει λυθεί(!!!) και είναι παράνομη η καταβολή αποδοχών!!! Ζητά μάλιστα την κοινοποίηση του εγγράφου στον υπουργό Παιδείας, ως να είναι αυτός υφιστάμενός του. Και ο υπουργός Παιδείας, αποδεχόμενος τη θέση του υφισταμένου (ως μη όφειλε), παρ’ ότι γνωρίζει ότι ουδέποτε ο ίδιος πραγματοποίησε τα προβλεπόμενα εκ του νόμου εντός του οκταμήνου (αλλ’ ούτε και πολύ αργότερα), παρ’ ότι γνωρίζει ότι είναι ο ίδιος που θα πρέπει να ελέγξει και να διαπιστώσει την συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων του νόμου για κάθε έναν από τους διαθέσιμους εκπαιδευτικούς, διατάσσει τις αρμόδιες υφισταμένες του διευθύνσεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να διακόψουν την καταβολή των αποδοχών μας, αντί να αποκαταστήσει τη νομιμότητα διατάσσοντας την συνέχιση της καταβολής τους.
Με άλλα λόγια, αμφότεροι οι υπουργοί Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Παιδείας, ενήργησαν κατά παράβαση της συνταγματικής αρχής της διάκρισης των εξουσιών, καθώς και της αρχής του κράτους δικαίου, απολύοντας ουσιαστικά εκπαιδευτικούς, διακόπτοντας την μισθοδοσία μας, χωρίς να έχει προηγουμένως κριθεί/διαπιστωθεί εάν για κάθε έναν από αυτούς, πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου!
Επειδή, η τρίτη μηνυόμενη, ως Προϊσταμένη Γενικής Διεύθυνσης Προσωπικού Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, όφειλε να μην εκτελέσει την παράνομη εντολή που εδέχθη από τον προϊστάμενο της υπουργό, αλλ΄ αυτή, πράττοντας αντίθετα με το καθήκον της, έδωσε την εντολή διακοπής της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών σε όλους τους υφισταμένους της.
Κατόπιν αυτών, οι διευθυντές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης διέκοψαν κάθε καταβολή αποδοχών προς εμάς, και όσοι προηγουμένως είχαν νομίμως ενεργήσει και καταβάλει αποδοχές, μας απέστειλαν έγγραφα με τα οποία μας ζητούν τα χρήματα αυτά πίσω, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα (!), προκαλώντας μας τεράστια και ανεπανόρθωτη βλάβη!
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί, πως ακριβώς επειδή οι εκπαιδευτικοί δεν είχαμε υποβάλει αίτηση για τοποθέτηση σε νέα θέση όχι από δική μας θέληση ή υπαιτιότητα, αλλά από υπαιτιότητα του αρμόδιου υπουργείου, η παύση της μισθοδοσίας μας θα ήταν παράνομη σε κάθε περίπτωση. Ακόμη δηλαδή και αν είχε εκδοθεί η σχετική διαπιστωτική πράξη, την οποία θα προσβάλλαμε πια διοικητικά, χωρίς όμως να αναζητούμε ποινικές ευθύνες στα πρόσωπα που νομίμως τότε θα είχαν πράξει.
Επειδή, χωρίς την έκδοση ατομικής, διαπιστωτικής διοικητικής πράξης, αυθαίρετα, καταχρηστικά, παράνομα και αντισυνταγματικά, οι διευθυντές των κατά τόπους Δ/νσεων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έπαυσαν τη μισθοδοσία ημών των μηνυτών.
Επειδή, οι μηνυόμενοι παρέβησαν το καθήκον που τους είχε ανατεθεί από την υπηρεσία τους αφού αυτοί είναι οι εκ του νόμου υπεύθυνοι για την ένταξη των εκπαιδευτικών στο μισθολόγιο του δημοσίου και ως εκ τούτου για την έγκριση της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών, την οποία και έπαυσαν χωρίς τη νόμιμη διαδικασία της έκδοσης ατομικής διαπιστωτικής διοικητικής πράξης δια της οποίας θα μπορούσε να ελεγχθεί η συνδρομή των νομίμων προς τούτο προϋποθέσεων, διαπράττοντας το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.
Επειδή, οι μηνυόμενοι ιδιοποιήθηκαν για λογαριασμό τρίτου (του δημοσίου και περαιτέρω των δανειστών του) τα χρήματα που ως υπουργοί όφειλαν να καταβάλουν για τις αποδοχές μας, πρόκειται δε για χρήματα που το δημόσιο τους έχει εμπιστευτεί λόγω της ιδιότητάς τους ως υπουργών και Γενικής Διευθύντριας προσωπικού Π.Ε. και Δ.Ε. του ΥΠΑΙΘ δια των οποίων διαχειρίζονται την ξένη προς αυτούς περιουσία του δημοσίου και γι’ αυτό διέπραξαν επιπλέον το αδίκημα της υπεξαίρεσης.
Επειδή, η τρίτη μηνυομένη όφειλε να μην υπακούσει τις παράνομες και αντισυνταγματικές εντολές των δύο πρώτων μηνυομένων και να μην υπογράψει το 190262/ε2/25-11-14 έγγραφο του ΥΠΑΙΘ, και ευθύνεται ποινικά ισάξια με τους δύο πρώτους μηνυομένους.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Ζ Η Τ Ο Υ Μ Ε
Να ασκηθεί κατά των μηνυομένων ποινική δίωξη για τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος και της υπεξαίρεσης και να τιμωρηθούν παραδειγματικά.
Δηλώνουμε παράσταση πολιτικής αγωγής για ποσόν 30 ευρώ, ΡΗΤΩΣ επιφυλλασσόμενοι για την αναζήτηση επιπλέον ποσών για την αποζημίωση λόγω ηθικής και υλικής βλάβης που υπέστημεν από την παράνομη συμπεριφορά των μηνυομένων, ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων.
Πληρεξούσια και αντίκλητο διορίζουμε τη δικηγόρο Αθηνών Αντωνία Λεγάκη, λεωφόρος Αλεξάνδρας 28 – Αθήνα, τηλ. 2103641353, 6944 273700.
Μάρτυρες προτείνουμε:
Ζωγραφάκη –Τελεμέ Ελένη, Ερμού και Κορνάρου 2, Αθήνα
Δεμερδεσλή Γεώργιο, Ερμού και Κορνάρου 2, Αθήνα
Συνημμένα υποβάλουμε: το υπ.αρ.190262/Ε2/25-11-2014 έγγραφο του Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Το υπ.αρ.ΔΙΔΑΔ/Φ.42Α/234/οικ.29566/19-11-2014 έγγραφο του Υπ. Διοικ. Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρ. Διακυβέρνησης.
Αθήνα 12/1/15
Το ΔΣ της ΟΛΜΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου