Μέσα στον
Ιούνιο θα ολοκληρωθεί η επιλογή περισσότερων των 16.000 διευθυντών και
υποδιευθυντών των σχολικών μονάδων της χώρας. Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας,
η διαδικασία προβλέπει τη μοριοδότηση των τυπικών προσόντων (χρόνια υπηρεσίας,
πτυχία, μεταπτυχιακά, ξένες γλώσσες κ.λπ.) των υποψήφιων διευθυντών και την
ανακοίνωση των πινάκων των αντικειμενικών μορίων και αμέσως μετά συνεδριάσεις
των συλλόγων διδασκόντων και διεξαγωγή μυστικής ψηφοφορίας, καθώς ένα μέρος του
συνόλου των μορίων οι υποψήφιοι θα το λαμβάνουν με βάση τα αποτελέσματα αυτής
της ψηφοφορίας.
Στη διαδικασία
της ψηφοφορίας, η οποία γίνεται για πρώτη φορά, θα πάρουν μέρος περίπου 120
χιλιάδες εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι
θα κληθούν να ψηφίσουν συνολικά πάνω από 35.000 υποψήφιους διευθυντές και
υποδιευθυντές.
Διπλή κριτική
Στο νέο αυτό
σύστημα επιλογής στελεχών της εκπαίδευσης γίνεται κριτική από δύο πλευρές. Η
μία πλευρά εστιάζει στο γεγονός ότι το κυρίαρχο ζήτημα παραμένει το ιεραρχικό
πλέγμα της διοίκησης, το θεσμικό πλαίσιο που υποβαθμίζει τις αρμοδιότητες του
συλλόγου διδασκόντων και η κατεύθυνση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Οσο αυτά δεν
αλλάζουν πρόσημο, ελάχιστα μπορεί να συνεισφέρει στη δημοκρατική λειτουργία της
εκπαίδευσης ο τρόπος επιλογής των διευθυντών των σχολικών μονάδων. Και αυτή η
διαπίστωση κάνει «μπαμ» ιδιαίτερα σε περιόδους περικοπών, χειραγώγησης και
ασφυκτικού ελέγχου.
Από την άποψη
αυτήν, το ποιος και πώς επιλέγεται στη θέση του στελέχους έχει κάποια σημασία,
ωστόσο μεγαλύτερη σημασία έχει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των στελεχών
εκπαίδευσης και η πολιτική που θα υπηρετήσει. Οπως εξηγεί ο εκπαιδευτικός
Γιώργος Καββαδίας, «στην περίπτωση που το νομοθετικό “πατρόν” των καθηκόντων
δεν αλλάξει, στην περίπτωση που η εκπαίδευση συνεχίσει να “ζυμώνεται” με την
άθλια μαγιά των μνημονιακών (και όχι μόνο) αντιεκπαιδευτικών νόμων, στην
περίπτωση που το σχολείο των περικοπών, του αυταρχισμού και του φτηνού
εκπαιδευτικού παραμένει ζώσα πραγματικότητα, τότε δεν θα έχουμε τίποτε
περισσότερο από ένα αριστερό ένδυμα σε ένα δεξιό σώμα».
Και αυτό είναι
εξόχως επικίνδυνο καθώς, αφενός, θα πριμοδοτεί αυταπάτες, θα τροφοδοτεί έναν
αποπροσανατολισμό από τα βασικά αιτήματα του μισθού, της περίθαλψης, του
ωραρίου, της χρηματοδότησης, των υποδομών, της σύνταξης, της δημοκρατίας κ.λπ.
και, αφετέρου, θα μεταφέρει έντεχνα τα προβλήματα της σχολικής μονάδας στο
εσωτερικό της, στους εκπαιδευτικούς που θα διασπαστούν αντικειμενικά σε
«στρατόπεδα» και όχι σ’ αυτούς που έχουν την ευθύνη. Ωστόσο, υπάρχει και μια
άλλη κριτική η οποία, ενώ δεν αναιρεί τη διαδικασία, εξαπολύει ενστάσεις για
τον έλεγχο των αντικειμενικών κριτηρίων πολλών υποψηφίων.
Σημεία και
τέρατα με τα «αντικειμενικά κριτήρια» πολλών υποψήφιων στελεχών της εκπαίδευσης
Σύμφωνα με τη
σχετική Υπουργική Απόφαση, ο έλεγχος όλων των στοιχείων της «Επιστημονικής –
Παιδαγωγικής Συγκρότησης και Κατάρτισης» που βαθμολογούνται-μοριοδοτούνται ως
αντικειμενικά κριτήρια θα γίνει από τα Περιφερειακά Υπηρεσιακά Συμβούλια.
Ζήτημα αξιοπιστίας
Σύμφωνα με τη
νομοθεσία (45327/2015 - παρ. 6, άρθρο 17), δεν θα ανακηρυχθούν υποψήφιοι από τα
Υπηρεσιακά Συμβούλια Επιλογής (ΠΥΣΔΕ – ΠΥΣΠΕ) όσοι προσκομίσουν πλαστά ή
αναληθή αντικειμενικά στοιχεία που μοριοδοτούνται. Και εδώ αρχίζουν τα
προβλήματα, καθώς ο νόμος 45327/2015 δεν ορίζει ρητά πώς θα γίνει ο έλεγχος
γνησιότητας των αντικειμενικών στοιχείων του υπηρεσιακού φακέλου των υποψηφίων.
Γιατί, όπως αναφέρουν πολλοί εκπαιδευτικοί, αν ακολουθηθεί το «μοντέλο» ελέγχου
των αντικειμενικών υπηρεσιακών στοιχείων που ακολουθήθηκε στις προηγούμενες
επιλογές διευθυντών, τότε θα υπάρχει πρόβλημα.
Στο σημείο αυτό
υπενθυμίζουν ενδεικτικά παλαιότερες χαρακτηριστικές περιπτώσεις:
α) Υποψήφια για
θέση διευθυντή σχολικής μονάδας κατέθεσε, και μοριοδοτήθηκε γι’ αυτό, μεταπτυχιακό
τίτλο στην Ελληνική Γλώσσα, που λήφθηκε από πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, χωρίς
όμως ποτέ να λάβει εκπαιδευτική άδεια για να το κάνει και χωρίς αυτό να είναι
εξ αποστάσεως. Οταν αποκαλύφθηκε ότι δεν γνώριζε την ισπανική γλώσσα, δήλωσε
ότι το «μεταπτυχιακό» έγινε στην ελληνική γλώσσα (!) και ότι επισκέφθηκε για
τον σκοπό αυτόν τη Βαρκελώνη μερικά Σαββατοκύριακα και από μία φορά τις εορτές
Πάσχα και Χριστούγεννα.
β) Υποψήφιος σε
λύκειο κατέθεσε μεταπτυχιακό τίτλο και διδακτορικό που έγιναν ταυτόχρονα σε
χώρα του εξωτερικού, χωρίς ποτέ να λάβει εκπαιδευτική άδεια για τον σκοπό
αυτόν. Εγινε διευθυντής αφού μοριοδοτήθηκε και για τα δύο, χωρίς ουδέποτε να
γίνει έλεγχος γνησιότητας.
γ) Υποψήφια
έγινε διευθύντρια αφού κατέθεσε, και μοριοδοτήθηκε γι’ αυτά, δύο τίτλους
μεταπτυχιακών σπουδών, που όμως έγιναν ταυτόχρονα, το ένα σε πανεπιστήμιο της
Αθήνας και το άλλο σε πανεπιστήμιο της Θράκης. Λεπτομέρεια, η συγκεκριμένη
εκπαιδευτικός ήταν υποχρεωμένη να βρίσκεται σε καθημερινή βάση στην κεντρική
υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας όπου υπηρετούσε, ενώ δεν έλαβε καμία άδεια
(εκπαιδευτική ή άλλη) σε όλο το διάστημα που «υποτίθεται» ότι ασχολούνταν με
τις μεταπτυχιακές σπουδές της. Τα δύο «προγράμματα» ήταν υποχρεωτικής φοίτησης
και όχι εξ αποστάσεως.
Παράλληλα,
είναι γνωστό ότι ιταλικό πανεπιστήμιο «δίνει» μεταπτυχιακούς τίτλους εξ
αποστάσεως ετήσιας διάρκειας με κόστος 2.850 έως 3.650 ευρώ, περίπου, χωρίς να
απαιτεί μάλιστα τη γνώση της ιταλικής γλώσσας.
Καταγγελία εκπαιδευτικού
Στο πλαίσιο
αυτό είναι χαρακτηριστική η επώνυμη καταγγελία εκπαιδευτικού (Αικατερίνη Α.
Κόνιαρη) προς το υπουργείο Παιδείας πριν από μικρό χρονικό διάστημα:
«Με αφορμή την
πρόσφατη πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για “διορισμό εκπαιδευτικών στις
θέσεις των περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης της χώρας” σύμφωνα με την οποία
ένα από τα απαραίτητα προσόντα είναι “σημαντικά επιστημονικά και διοικητικά
προσόντα” προέβηκα σε μια δειγματοληπτική έρευνα σχετική με τα “επιστημονικά
προσόντα” των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης οι οποίοι κατέχουν
θέσεις ευθύνης.
Το αποτέλεσμα
ήταν ότι περιφερειακή διευθύντρια, σχολικοί σύμβουλοι, διευθυντές σχολικών
μονάδων και άλλοι εκπαιδευτικοί έχουν αποκτήσει τον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών
από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου στη Ρόδο - τμήμα Ανθρωπιστικών Επιστημών/Επιστημών
της Προσχολικής Αγωγής και του Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού, κατά τα έτη 2006 έως
σήμερα.
Κατόπιν
σχετικής έρευνας, διαπίστωσα ότι ενώ φοιτούσαν στο ΜΠΣ δεν προέβηκαν στη λήψη
εκπαιδευτικών αδειών ή ενώ τελούσαν υπό εκπαιδευτική άδεια δεν μετοίκησαν στη
Ρόδο. Βάσει του κανονισμού σπουδών του πανεπιστημίου η φοίτηση είναι
υποχρεωτική και βάσει του ωρολογίου προγράμματος κάθε εξαμήνου τα μαθήματα
παραδίδονται κατά τις εργάσιμες μέρες.
Αιτούμαι να
ελεγχθεί, για όλους τους υποψήφιους εκπαιδευτικούς σε θέσεις ευθύνης οι οποίοι
απέκτησαν τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου στη Ρόδο από
το τμήμα Ανθρωπιστικών Επιστημών/Επιστημών της Προσχολικής Αγωγής και του
Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού, από το έτος 2006 έως σήμερα:
Η ημερομηνία
εγγραφής, το έτος φοίτησης (συνοδευόμενο από το ωρολόγιο πρόγραμμα σπουδών) και
το έτος παράδοσης της διπλωματικής εργασίας. Το διάστημα που τελούσαν υπό
εκπαιδευτική άδεια. Η πραγματική παρακολούθηση των υποχρεωτικών μαθημάτων του
προγράμματος.
Τέλος,
αιτούμαι: Να αποκλειστούν από κάθε υποψηφιότητα σε θέσεις ευθύνης όσοι
εκπαιδευτικοί απέκτησαν τον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από το Πανεπιστήμιο
Αιγαίου (στη Ρόδο) και δεν παρακολούθησαν τα μαθήματα όπως προβλέπονταν από τον
οδηγό σπουδών και το ωρολόγιο πρόγραμμα του Πανεπιστημίου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου