Η άριστη θερμοκρασία για το ανθρώπινο σώμα είναι οι 37 βαθμοί Κελσίου. Όταν υπερθερμαίνεται και αφυδατώνεται ο οργανισμός, το αίμα γίνεται πιο πυκνό. Η καρδιά πρέπει να αντλεί πιο δυνατά, με αποτέλεσμα τόσο αυτή όσο και άλλα όργανα να κινδυνεύουν να πάθουν σοβαρή βλάβη. Το σώμα έχει μηχανισμούς για να απαλλάσσεται από την υπερβολική θερμότητα, με κυριότερο την εφίδρωση. Αλλά μετά από ένα όριο, αυτό το σύστημα παύει να λειτουργεί, ιδιαίτερα αν η υγρασία είναι υψηλή, με αποτέλεσμα ο ιδρώτας να μην μπορεί να εξατμιστεί. Αυτές οι συνθήκες μπορούν να οδηγήσουν σε θερμική εξάντληση, μια επικίνδυνη κατάσταση που χαρακτηρίζεται από συμπτώματα ναυτίας, μυϊκές κράμπες και ζαλάδα, ακόμη και σε θερμοπληξία, που προκαλεί σύγχυση, θερμό και ξηρό δέρμα, απώλεια των αισθήσεων, έως και θάνατο.
Ο άνθρωπος μπορεί ως έναν βαθμό να εγκλιματιστεί σε σχετικά υψηλές θερμοκρασίες. Αν κάποιος ζει σε θερμό κλίμα, ή εργάζεται σε συνθήκες…
αυξημένης θερμοκρασίας για μια περίοδο βδομάδων ή μηνών, το σώμα γίνεται πιο αποτελεσματικό στο να ιδρώνει και να ψύχεται με φυσικό τρόπο. Αλλά αυτή η διαδικασία απαιτεί χρόνο. Οταν απότομοι καύσωνες πλήττουν περιοχές, όπου οι κάτοικοι δεν είναι συνηθισμένοι σε αυτούς, μπορεί να αποδειχτούν ιδιαίτερα θανατηφόροι. Οι ηλικιωμένοι, οι παχύσαρκοι, τα παιδιά και όσοι έχουν καρδιολογικά προβλήματα και προβλήματα με το αναπνευστικό ή τους νεφρούς, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι. Συνήθεις φαρμακευτικές θεραπείες, όπως τα διουρητικά για την υψηλή αρτηριακή πίεση και οι βήτα-παρεμποδιστές, μπορούν επίσης να επηρεάσουν την ενυδάτωση του οργανισμού και την ικανότητα εφίδρωσης σε συνθήκες καύσωνα. Αν η θερμοκρασία και η υγρασία είναι πάνω από ένα όριο, ακόμη και ένας καθ' όλα υγιής άνθρωπος που κάθεται ακίνητος στη σκιά με πρόσβαση σε νερό, θα υποκύψει στη ζέστη.
Συνδυασμός θερμοκρασίας και υγρασίας
Θερμοκρασία υγρού βολβού είναι η θερμοκρασία που δείχνει ένα θερμόμετρο όταν ο βολβός του διατηρείται υγρός και εκτίθεται σε ρεύμα αέρα. Πρόκειται για την ελάχιστη θερμοκρασία που μπορεί να φτάσει η θερμοκρασία υγρού αέρα αποκλειστικά λόγω της εξάτμισης νερού. Είναι αυτή που αισθανόμαστε όταν εκθέσουμε κάποιο σημείο μουσκεμένου ανθρώπινου σώματος σε διερχόμενο ρεύμα αέρα. Αέρας κορεσμένος σε υδρατμούς δεν μπορεί να ψύξει μέσω εξάτμισης και γι' αυτό στην περίπτωση αυτή η θερμοκρασία (ξηρού βολβού) είναι ίση με τη θερμοκρασία υγρού βολβού.
Ερευνητές εξέτασαν τα δεδομένα 7.000 μετεωρολογικών σταθμών από όλο τον κόσμο, ξεκινώντας από το 1979. Διαπίστωσαν ότι οι υγροί καύσωνες εμφανίζονται τώρα δύο φορές συχνότερα απ' ό,τι πριν από τέσσερις δεκαετίες και η ένταση του φαινομένου γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Πολλές περιοχές του κόσμου έχουν φτάσει θερμοκρασίες υγρού βολβού άνω των 31 βαθμών Κελσίου, ενώ σε μερικές έχουν καταγραφεί επεισόδια, όπου ξεπεράστηκε ακόμη και το όριο των 35 βαθμών, που θεωρείται το μέγιστο ανεκτό. Ακόμη και πολύ χαμηλότερες από το όριο θερμοκρασίες υγρού βολβού μπορεί να είναι θανατηφόρες, ιδιαίτερα για τους πιο ευάλωτους. Χαρακτηριστικά, το κύμα καύσωνα, που σκότωσε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στην Ευρώπη το 2003 και στη Ρωσία το 2010, δεν ξεπέρασε ποτέ τη θερμοκρασία υγρού βολβού 28 βαθμών.
Όταν ένας άνθρωπος εκτεθεί σε υψηλή θερμοκρασία για μεγάλο χρονικό διάστημα, η πρώτη φυσιολογική λειτουργία που πλήττεται είναι η ικανότητά του να ιδρώνει. Όταν αυτό συμβεί, τότε μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα η κατάστασή του από θερμική εξάντληση μετατρέπεται σε θερμοπληξία. Μια αναλογία είναι αυτή του αισθητήρα θερμοκρασίας του αυτοκινήτου. Όταν ανάψει το κόκκινο λαμπάκι θερμοκρασίας, αυτό σημαίνει ότι το σύστημα ψύξης αποτυγχάνει. Αν συνεχίσει κανείς να οδηγεί το αυτοκίνητο, το πρόβλημα από το σύστημα ψύξης περνά στον κινητήρα και το αυτοκίνητο ακινητοποιείται, συχνά οριστικά...
Οι αγροτοεργάτες, οι οικοδόμοι και άλλοι που εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους, μπορεί να εκτεθούν σε μοιραία θερμικά φορτία για σημαντικό μέρος της εργάσιμης μέρας. Η αφυδάτωση είναι ένας από τους κινδύνους, με συχνή την εμφάνιση νεφρικής ανεπάρκειας σε εργαζόμενους στο ύπαιθρο. Ανάμεσα σε αυτούς που κινδυνεύουν περισσότερο είναι βέβαια και οι αθλητές, των οποίων το σώμα παράγει ιδιαίτερα μεγάλες ποσότητες θερμότητας λόγω της αυξημένης μυϊκής δραστηριότητας. Οι εργαζόμενοι πρέπει, χωρίς να φοβούνται ότι θα χάσουν το μεροκάματο, να μπορούν να σταματούν την εργασία τους σε τέτοιες συνθήκες.
Φονικοί καύσωνες
Η καταγραφή των θυμάτων ενός μεγάλου καύσωνα συνήθως υπολείπεται του πραγματικού αριθμού, καθώς δεν αποτυπώνονται οι περιπτώσεις θερμοπληξίας και παράπλευρων προβλημάτων υγείας (όπως η νεφρική ανεπάρκεια). Μελέτη των επιπτώσεων του καύσωνα του 1995 στο Σικάγο των ΗΠΑ έδειξε ότι πάνω από το ένα τέταρτο όσων διαγνώστηκαν με βαριά θερμοπληξία, πέθαναν αργότερα μέσα στην ίδια χρονιά, ενώ οι περισσότεροι απ' όσους επέζησαν απώλεσαν την ικανότητα υποστήριξης του εαυτού τους στις καθημερινές λειτουργίες.
Περισσότεροι από 61.000 άνθρωποι πέθαναν στην Ευρώπη από τη ζέστη το περασμένο καλοκαίρι και μάλλον ο πραγματικός αριθμός είναι μεγαλύτερος. Μελέτη που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες μέρες, εξέτασε δεδομένα από 35 ευρωπαϊκές χώρες, που έχουν συνολικά πληθυσμό 543 εκατομμυρίων ανθρώπων. Οι ερευνητές εφάρμοσαν έναν ειδικό τύπο στατιστικού μοντέλου σε ιστορικά δεδομένα για τον καιρό στην περιοχή, τεχνική που τους επέτρεψε να παρακολουθήσουν τις μεταβολές της θνησιμότητας ως συνάρτηση της θερμοκρασίας. Στη συνέχεια επικέντρωσαν στο καλοκαίρι του 2022, το θερμότερο στην Ευρώπη μέχρι σήμερα. Τότε, σε όλη την ήπειρο, οι μέσες εβδομαδιαίες θερμοκρασίες ήταν 3,3 βαθμοί Κελσίου υψηλότερες απ' ό,τι συνήθως και τα ρεκόρ θερμοκρασίας έπεφταν το ένα μετά το άλλο σε πολλές χώρες. Μεγάλες πυρκαγιές ξέσπασαν στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στη Γαλλία και άλλες χώρες. Οπως διαπίστωσαν εφαρμόζοντας το μοντέλο τους, το ποσοστό των γυναικών μεταξύ των νεκρών από τον καύσωνα ήταν μεγαλύτερο από αυτό των ανδρών, πιθανώς επειδή μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών υπήρχε μεταξύ των ηλικιωμένων. Επιπλέον, ορισμένες περιοχές επηρεάστηκαν περισσότερο από άλλες. Η υψηλότερη θνησιμότητα παρατηρήθηκε στις μεσογειακές χώρες και ειδικότερα στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και την Ελλάδα. Το μοντέλο, επειδή στηρίχθηκε σε μέσες εβδομαδιαίες θερμοκρασίες, δεν προσμέτρησε συντομότερης διάρκειας αιχμές καύσωνα, που πιθανότατα αν παίρνονταν υπόψη θα έδιναν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό θανάτων.
Η ακραία ζέστη είναι ο υπ' αριθμόν 1 κλιματολογικός παράγοντας πρόκλησης θανάτων στις ΗΠΑ, σκοτώνοντας περισσότερους απ' ό,τι οι τυφώνες, οι πλημμύρες και οι ανεμοστρόβιλοι μαζί. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνες, η ανάγκη προφύλαξης απ' τη ζέστη δεν έχει γίνει ευρέως κατανοητή από τον πληθυσμό, καθώς το αμερικανικό κράτος ούτε ενημερώνει επαρκώς ούτε παίρνει ουσιαστικά μέτρα για την αντιμετώπισή της, ως πρόβλημα δημόσιας υγείας. Οι δεκάδες χιλιάδες θάνατοι στην Ευρώπη, μια εικοσαετία μετά το προηγούμενο κύμα, δείχνουν ότι το ίδιο συμβαίνει και στην από δω μεριά του Ατλαντικού.
Τρόποι αντιμετώπισης
Υπάρχουν γνωστοί τρόποι αντιμετώπισης των κινδύνων από την έντονη ζέστη. Η παραμονή μέσα σε δροσερά κτίρια που διαθέτουν κλιματισμό είναι η βέλτιστη επιλογή, για όσους έχουν τέτοια πρόσβαση. Για όσους δεν έχουν τέτοια πρόσβαση, είτε επειδή στο άθλιο καπιταλιστικό σύστημα δεν διαθέτουν τα απαραίτητα χρήματα είτε επειδή ζουν σε περιοχές με συνήθως ήπια καλοκαίρια (βόρειες χώρες), πρέπει να υπάρχουν κλιματιζόμενοι χώροι που να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες. Σε πολλές περιπτώσεις, άνθρωποι που δεν έχουν κλιματισμό στο σπίτι τους, πρέπει να πάρουν συγκοινωνιακά μέσα κατά τη διάρκεια του καύσωνα, περίοδο που και οι συγκοινωνίες παρουσιάζουν εντονότερες από τις συνήθεις αρρυθμίες. Σε οποιαδήποτε περίπτωση πρέπει κανείς να αποφεύγει την απευθείας έκθεση στον ήλιο, να μένει στη σκιά, φορώντας μακρυμάνικα, ελαφρά και άνετα ρούχα και να πίνει πολύ νερό.
Οι ανεμιστήρες είναι αποτελεσματικό μέτρο ψύξης σε ορισμένα όρια θερμοκρασίας και υγρασίας. Αν, για παράδειγμα, η θερμοκρασία είναι υψηλότερη από αυτή του ανθρώπινου σώματος, τότε κάνουν τα πράγματα χειρότερα, αφού λειτουργούν όπως ο ανεμιστήρας στους φούρνους αέρα, φυσώντας θερμό αέρα, θερμαίνοντας τους ανθρώπους, αντί να τους δροσίζουν.
Σύγχρονη ανάγκη
Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση με κριτήριο, όπως σε όλα τα ζητήματα της «πράσινης ανάπτυξης», την εξυπηρέτηση της κερδοφορίας των ομίλων, δεν πήρε μέτρα για να εξασφαλιστεί κλιματισμός για όλους. Ούτε με δημιουργία μεγάλων δημόσιων κλιματιζόμενων χώρων στις πόλεις, όπου το πρόβλημα είναι εντονότερο λόγω της έλλειψης πρασίνου και του γενικότερου αστικού περιβάλλοντος (άσφαλτος, τσιμέντο κ.ο.κ.) ούτε με ουσιαστικά μέτρα ενίσχυσης για την απόκτηση κλιματιστικού. Επιδότησε μόνο την αλλαγή παλιών κλιματιστικών με ενεργειακά πιο αποδοτικά, με ποσά χαμηλά και μόνο για όσους ήδη είχαν κλιματιστικό. Όσοι δεν είχαν, το πιθανότερο επειδή και στο παρελθόν δεν είχαν χρήματα να το αγοράσουν, παρέμειναν χωρίς κλιματιστικό. Και οι υπόλοιποι έπρεπε να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να καταβάλουν το μεγαλύτερο μέρος του ποσού για την αποξήλωση του παλιού και την αγορά και εγκατάσταση του καινούριου κλιματιστικού, ώστε να αποκτήσουν μηχάνημα ψύξης, που να μπορούν να λειτουργούν με μικρότερο κόστος, καθώς το χρηματιστήριο της ηλεκτρικής ενέργειας έχει ανεβάσει τις τιμές στα ύψη. Η δικαιολογία ότι μέχρι εκεί αντέχει ο προϋπολογισμός είναι ψευδής και προσβλητική, όταν δίνονται δισεκατομμύρια ως επιδοτήσεις στους ομίλους, αφήνονται οι εφοπλιστές να πληρώνουν ό,τι προαιρούνται ως φόρο, αγοράζονται εξοπλισμοί δισεκατομμυρίων κ.ο.κ. Και θα είναι ακόμη πιο απαράδεκτη για τον ελληνικό λαό, όταν οι φετινοί καύσωνες απαιτήσουν το δικό τους τίμημα σε ανθρώπινες ζωές. Η εξασφάλιση άνετων θερμοκρασιακών συνθηκών στο σπίτι και τη δουλειά είναι μια σύγχρονη ανθρώπινη ανάγκη που πρέπει να καλυφθεί.
Επιμέλεια:
Πηγή: «Scientific American
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου