Στατιστική μελέτη που δημοσιεύτηκε στους «Times» τοποθετεί έξι ελληνικά πανεπιστήμια στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης ιδρυμάτων, ενώ μόλις λίγες μέρες πριν, σε νέα έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Κατάταξης, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών βρέθηκε στις πρώτες 100 θέσεις των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων.
Εξίσου εντυπωσιακό επίτευγμα αποτελεί και η 17η θέση που κατέλαβε το ΕΜΠ μεταξύ των 100 καλύτερων ερευνητικών ιδρυμάτων στη Γηραιά Ήπειρο. Καθόλου άσχημα, αν αναλογιστεί κανείς πως υπάρχουν περισσότερα από 12.000 πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο.
Τι κι αν είμαστε τελευταίοι στην Ε.Ε. των 27 σε κρατικές δαπάνες για την Παιδεία και την έρευνα, τι κι αν υπάρχουν ανεπαρκείς υποδομές και ενδογενείς παθογένειες, τι κι αν τον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης έχουν λεηλατήσει αλλεπάλληλες ανεπαρκείς μεταρρυθμίσεις που «τόλμησαν» οι διαδοχικές κυβερνήσεις Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει δύο όψεις, το συμπέρασμα όμως παραμένει πάντα το ίδιο: Στα ελληνικά πανεπιστήμια γίνεται καλή δουλειά, μόνο που κανείς – μα κανείς – από τους κυβερνώντες δεν ενδιαφέρθηκε πραγματικά για την Παιδεία σε τούτο τον τόπο.
Περιζήτητοι παντού
Έλληνες φοιτητές αλλά και το εκπαιδευτικό προσωπικό είναι περιζήτητοι σε όλο τον κόσμο, παρ’ όλα αυτά, στην προσπάθεια κατασυκοφάντησης της δημόσιας Παιδείας, θα συναντήσεις πολλούς πρόθυμους.
Για ποια εκπαιδευτική πολιτική μιλάμε; Από πού αντλεί νομιμοποίηση μια κυβέρνηση υπ’ ατμόν για να προχωρήσει σε τόσο σοβαρές αλλαγές, έχοντας μάλιστα κάνει πέρα την ακαδημαϊκή κοινότητα; Αντί να στοχεύουν σε έναν από κοινού σχεδιασμό με την πανεπιστημιακή κοινότητα, καλούν τους πρυτάνεις προς επικύρωση των ήδη προαποφασισθέντων. Τα ίδια έκανε και πριν από λίγα χρόνια η Ν.Δ. Κοινός τόπος, η σαφής πρόθεση και των δύο για ένα ιδιωτικοποιημένο - αυταρχικό περιβάλλον στον χώρο της εκπαίδευσης.
Ο Καραμανλής, πριν εκλεγεί, φρόντισε να υποσχεθεί την «αύξηση των δαπανών για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ», αλλά έφερε μειώσεις. Ο Παπανδρέου προεκλογικά όχι μόνο έταξε «αύξηση των δαπανών για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ», αλλά προέβλεπε για τον πρώτο προϋπολογισμό της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ ότι θα «περιέχει επιπλέον 1 δισ. ευρώ για την εκπαίδευση». Οι τότε εξαγγελίες μοιάζουν με σύντομα ανέκδοτα ή αλλιώς με τραγωδία, καθώς μόνο ως τραγικό μπορεί να εκληφθεί το γεγονός ότι φέτος και για πολλούς μήνες δεν λειτούργησαν η Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ, το ΤΕΙ Αθήνας και άλλα περιφερειακά ΤΕΙ λόγω αδυναμίας εκπλήρωσης των οικονομικών υποχρεώσεών τους.
Αντίθετοι οι πρυτάνεις
Υπάρχουν ένα σωρό προβλήματα στα πανεπιστήμια κι όμως το προσχέδιο νόμου για την ανώτατη εκπαίδευση «είναι ένα κείμενο εφιαλτικό» που οδηγεί σε αδιέξοδο τα ιδρύματα:
1. Κατακερματίζει τα πτυχία, καθότι τα 4ετή προγράμματα σπουδών μετατρέπονται σε τριετή και ταχύρρυθμα, που μεταλλάσσουν την εκπαίδευση σε κατάρτιση, ενώ στο εγγύς μέλλον θα πληγούν ανεπανόρθωτα τα εργασιακά δικαιώματα, η σύναψη συλλογικών συμβάσεων κ.λπ.
2. Επιτίθεται στο αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων – πράγμα αντισυνταγματικό –, καθιστώντας τις Συγκλήτους και τις Γενικές Συνελεύσεις των τμημάτων διακοσμητικούς θεσμούς. Παράλληλα, «τελειώνει» τη συμμετοχή των φοιτητών στα όργανα – ίσως το μόνο θετικό σημείο στον νόμο - πλαίσιο Γιαννάκου – ευνοώντας την επιστροφή της διαπλοκής, ενώ συνάμα καλωσορίζει τη συμμετοχή επιχειρηματιών, μάνατζερ και λοιπών παρατρεχάμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία.
3. Θέτει προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων με βάση αγοραίους κανόνες, ενισχύει τον φόβο για τους υποψήφιους διδάκτορες (αν θα υπάρχουν), οι οποίοι θα εκλέγονται από ολιγομελείς επιτροπές άσχετων με τα επιστημονικά αντικείμενα, όπως επίσης μετακυλίει το κόστος φοίτησης από το κράτος στους φοιτητές και τις οικογένειές τους.
Οι πρυτανικές αρχές, κατά την έκτακτη συνεδρίασή τους την προηγούμενη Κυριακή, ομόφωνα αποφάσισαν κινητοποιήσεις. Στην ανακοίνωσή τους αναφέρουν: «Η κυβέρνηση μεθοδεύει την αδυναμία λειτουργίας των Πανεπιστημίων από 1ης Σεπτεμβρίου με τη διάλυση των βασικών ακαδημαϊκών και διοικητικών μονάδων. Η πιθανή εγκατάσταση “δοτών” Διοικήσεων δεν θα γίνει αποδεκτή από την πανεπιστημιακή κοινότητα, γιατί ενθαρρύνει την εξάρτηση, τον κομματισμό και την ευνοιοκρατία». Το ταλαιπωρημένο πανεπιστήμιο θα παραμείνει κλειστό για ακόμη μια φορά.
Διαρροή... εγκεφάλων
Κι όμως, το ερώτημα παραμένει πάντα ανοικτό: Πώς αντιλαμβάνεται η κοινωνία τις επιχειρούμενες αλλαγές στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης; Όπως στο «κίνημα του άρθρου 16», όταν η άγρια καταστολή και η φωτογραφία φοιτητή με το κεφάλι στο οδόστρωμα γεμάτο αίματα κατάφεραν να στρέψουν το σύνολο της κοινωνίας απέναντι στην επιχειρούμενη μεταρρύθμιση, ασκώντας ταυτόχρονα πιέσεις στο ΠΑΣΟΚ, έτσι και τώρα το ζητούμενο, τόσο για την κυβέρνηση όσο και για την πανεπιστημιακή κοινότητα, είναι ποια αντίληψη θα ηγεμονεύσει στην κοινωνία. Σε μια κοινωνία για λίγους η εκπαίδευση δεν μπορεί παρά να είναι εξίσου για λίγους, κι αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί πάση θυσία. Άραγε για μια ακόμη φορά θα γίνουμε μάρτυρες της ωμής κρατικής βίας;
Μπορεί η «διαρροή εγκεφάλων» να αποτελεί τη μάστιγα της εποχής, η κυβέρνηση όμως είτε προχωρά χωρίς περίσκεψη είτε έχει κρυφή ατζέντα και την προωθεί μεθοδικά. Δεν εξηγείται αλλιώς το γιατί τα πανεπιστήμιά μας είναι αναγκασμένα να αντιπαλεύουν ατελέσφορες μεταρρυθμίσεις αντί να λειτουργούν εξωστρεφώς, στοχεύοντας σε συνεργασίες με ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού, αντί να επενδύουν στη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό μας προκειμένου να μετατραπούν σε πυρήνες έλξης νέων από όλο τον κόσμο, αντί να «αξιοποιούν» το ιδιαίτερα αξιόλογο δυναμικό τόσο μπροστά όσο και πίσω από τις έδρες. Την ώρα που απαιτείται ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό πλάνο για την Παιδεία, στο λεξιλόγιο της κυβέρνησης υπάρχει μόνο μια λέξη: «Μεσοπρόθεσμο». Και με αυτήν πορεύεται αναλόγως
Εξίσου εντυπωσιακό επίτευγμα αποτελεί και η 17η θέση που κατέλαβε το ΕΜΠ μεταξύ των 100 καλύτερων ερευνητικών ιδρυμάτων στη Γηραιά Ήπειρο. Καθόλου άσχημα, αν αναλογιστεί κανείς πως υπάρχουν περισσότερα από 12.000 πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο.
Τι κι αν είμαστε τελευταίοι στην Ε.Ε. των 27 σε κρατικές δαπάνες για την Παιδεία και την έρευνα, τι κι αν υπάρχουν ανεπαρκείς υποδομές και ενδογενείς παθογένειες, τι κι αν τον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης έχουν λεηλατήσει αλλεπάλληλες ανεπαρκείς μεταρρυθμίσεις που «τόλμησαν» οι διαδοχικές κυβερνήσεις Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει δύο όψεις, το συμπέρασμα όμως παραμένει πάντα το ίδιο: Στα ελληνικά πανεπιστήμια γίνεται καλή δουλειά, μόνο που κανείς – μα κανείς – από τους κυβερνώντες δεν ενδιαφέρθηκε πραγματικά για την Παιδεία σε τούτο τον τόπο.
Περιζήτητοι παντού
Έλληνες φοιτητές αλλά και το εκπαιδευτικό προσωπικό είναι περιζήτητοι σε όλο τον κόσμο, παρ’ όλα αυτά, στην προσπάθεια κατασυκοφάντησης της δημόσιας Παιδείας, θα συναντήσεις πολλούς πρόθυμους.
Για ποια εκπαιδευτική πολιτική μιλάμε; Από πού αντλεί νομιμοποίηση μια κυβέρνηση υπ’ ατμόν για να προχωρήσει σε τόσο σοβαρές αλλαγές, έχοντας μάλιστα κάνει πέρα την ακαδημαϊκή κοινότητα; Αντί να στοχεύουν σε έναν από κοινού σχεδιασμό με την πανεπιστημιακή κοινότητα, καλούν τους πρυτάνεις προς επικύρωση των ήδη προαποφασισθέντων. Τα ίδια έκανε και πριν από λίγα χρόνια η Ν.Δ. Κοινός τόπος, η σαφής πρόθεση και των δύο για ένα ιδιωτικοποιημένο - αυταρχικό περιβάλλον στον χώρο της εκπαίδευσης.
Ο Καραμανλής, πριν εκλεγεί, φρόντισε να υποσχεθεί την «αύξηση των δαπανών για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ», αλλά έφερε μειώσεις. Ο Παπανδρέου προεκλογικά όχι μόνο έταξε «αύξηση των δαπανών για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ», αλλά προέβλεπε για τον πρώτο προϋπολογισμό της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ ότι θα «περιέχει επιπλέον 1 δισ. ευρώ για την εκπαίδευση». Οι τότε εξαγγελίες μοιάζουν με σύντομα ανέκδοτα ή αλλιώς με τραγωδία, καθώς μόνο ως τραγικό μπορεί να εκληφθεί το γεγονός ότι φέτος και για πολλούς μήνες δεν λειτούργησαν η Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ, το ΤΕΙ Αθήνας και άλλα περιφερειακά ΤΕΙ λόγω αδυναμίας εκπλήρωσης των οικονομικών υποχρεώσεών τους.
Αντίθετοι οι πρυτάνεις
Υπάρχουν ένα σωρό προβλήματα στα πανεπιστήμια κι όμως το προσχέδιο νόμου για την ανώτατη εκπαίδευση «είναι ένα κείμενο εφιαλτικό» που οδηγεί σε αδιέξοδο τα ιδρύματα:
1. Κατακερματίζει τα πτυχία, καθότι τα 4ετή προγράμματα σπουδών μετατρέπονται σε τριετή και ταχύρρυθμα, που μεταλλάσσουν την εκπαίδευση σε κατάρτιση, ενώ στο εγγύς μέλλον θα πληγούν ανεπανόρθωτα τα εργασιακά δικαιώματα, η σύναψη συλλογικών συμβάσεων κ.λπ.
2. Επιτίθεται στο αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων – πράγμα αντισυνταγματικό –, καθιστώντας τις Συγκλήτους και τις Γενικές Συνελεύσεις των τμημάτων διακοσμητικούς θεσμούς. Παράλληλα, «τελειώνει» τη συμμετοχή των φοιτητών στα όργανα – ίσως το μόνο θετικό σημείο στον νόμο - πλαίσιο Γιαννάκου – ευνοώντας την επιστροφή της διαπλοκής, ενώ συνάμα καλωσορίζει τη συμμετοχή επιχειρηματιών, μάνατζερ και λοιπών παρατρεχάμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία.
3. Θέτει προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων με βάση αγοραίους κανόνες, ενισχύει τον φόβο για τους υποψήφιους διδάκτορες (αν θα υπάρχουν), οι οποίοι θα εκλέγονται από ολιγομελείς επιτροπές άσχετων με τα επιστημονικά αντικείμενα, όπως επίσης μετακυλίει το κόστος φοίτησης από το κράτος στους φοιτητές και τις οικογένειές τους.
Οι πρυτανικές αρχές, κατά την έκτακτη συνεδρίασή τους την προηγούμενη Κυριακή, ομόφωνα αποφάσισαν κινητοποιήσεις. Στην ανακοίνωσή τους αναφέρουν: «Η κυβέρνηση μεθοδεύει την αδυναμία λειτουργίας των Πανεπιστημίων από 1ης Σεπτεμβρίου με τη διάλυση των βασικών ακαδημαϊκών και διοικητικών μονάδων. Η πιθανή εγκατάσταση “δοτών” Διοικήσεων δεν θα γίνει αποδεκτή από την πανεπιστημιακή κοινότητα, γιατί ενθαρρύνει την εξάρτηση, τον κομματισμό και την ευνοιοκρατία». Το ταλαιπωρημένο πανεπιστήμιο θα παραμείνει κλειστό για ακόμη μια φορά.
Διαρροή... εγκεφάλων
Κι όμως, το ερώτημα παραμένει πάντα ανοικτό: Πώς αντιλαμβάνεται η κοινωνία τις επιχειρούμενες αλλαγές στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης; Όπως στο «κίνημα του άρθρου 16», όταν η άγρια καταστολή και η φωτογραφία φοιτητή με το κεφάλι στο οδόστρωμα γεμάτο αίματα κατάφεραν να στρέψουν το σύνολο της κοινωνίας απέναντι στην επιχειρούμενη μεταρρύθμιση, ασκώντας ταυτόχρονα πιέσεις στο ΠΑΣΟΚ, έτσι και τώρα το ζητούμενο, τόσο για την κυβέρνηση όσο και για την πανεπιστημιακή κοινότητα, είναι ποια αντίληψη θα ηγεμονεύσει στην κοινωνία. Σε μια κοινωνία για λίγους η εκπαίδευση δεν μπορεί παρά να είναι εξίσου για λίγους, κι αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί πάση θυσία. Άραγε για μια ακόμη φορά θα γίνουμε μάρτυρες της ωμής κρατικής βίας;
Μπορεί η «διαρροή εγκεφάλων» να αποτελεί τη μάστιγα της εποχής, η κυβέρνηση όμως είτε προχωρά χωρίς περίσκεψη είτε έχει κρυφή ατζέντα και την προωθεί μεθοδικά. Δεν εξηγείται αλλιώς το γιατί τα πανεπιστήμιά μας είναι αναγκασμένα να αντιπαλεύουν ατελέσφορες μεταρρυθμίσεις αντί να λειτουργούν εξωστρεφώς, στοχεύοντας σε συνεργασίες με ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού, αντί να επενδύουν στη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό μας προκειμένου να μετατραπούν σε πυρήνες έλξης νέων από όλο τον κόσμο, αντί να «αξιοποιούν» το ιδιαίτερα αξιόλογο δυναμικό τόσο μπροστά όσο και πίσω από τις έδρες. Την ώρα που απαιτείται ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό πλάνο για την Παιδεία, στο λεξιλόγιο της κυβέρνησης υπάρχει μόνο μια λέξη: «Μεσοπρόθεσμο». Και με αυτήν πορεύεται αναλόγως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου