Τους διευθυντές εκπαίδευσης σε όλη την Ελλάδα έχει βάλει μπροστά το υπουργείο Παιδείας προκειμένου να ξεπεράσει τις αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας και να υλοποιήσει την απόφασή του για δημιουργία σχολείων δύο ταχυτήτων.
Για παράδειγμα στην Ηλεία ο διευθυντής εκπαίδευσης του νομού πρότεινε τη δημιουργία δύο πειραματικών σχολείων στον Πύργο (παρά το γεγονός ότι κανένας σύλλογος εκπαιδευτικών δεν αιτήθηκε κάτι παρόμοιο), ενώ υπάρχουν και καταγγελίες για παρεμβάσεις και απειλές σε εκπαιδευτικούς σχολείων και στη διοίκησή τους για την υποβολή δηλώσεων μετατροπής των σχολείων σε πρότυπα ή πειραματικά, όπως καταγγέλλουν ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών ΠΕ Χανίων, Ρεθύμνου, η ΕΛΜΕ Φθιώτιδας, η ΕΛΜΕ Ανω Λιοσίων, εκπαιδευτικοί από την Κέρκυρα, την Αρκαδία κ.α.
Τι ακριβώς συμβαίνει;
Η προσπάθεια γενίκευσης των πρότυπων και πειραματικών σχολείων δεν είναι ξεκομμένη από την υπόλοιπη αντιεκπαιδευτική πολιτική. Συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια να ενισχυθεί η διαφοροποίηση, η πολυκατηγοριοποίηση, η δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων. Δεν έχει καμία σχέση με την αναγκαία αναβάθμιση όλων των σχολείων.
Οι πραγματικές στοχεύσεις
Μέσα στο αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο που ψήφισε η κυβέρνηση της Ν.Δ. τον Ιούνιο του 2020, με τίτλο «Αναβάθμιση του σχολείου και άλλες διατάξεις», περιλαμβάνεται η δημιουργία νέων πρότυπων και πειραματικών σχολείων ως σχολεία των «αρίστων». Στη συγκεκριμένη επιλογή αποτυπώνουν τον πυρήνα της ιδεολογίας τους, τη ζούγκλα του ανταγωνισμού, το ένα σχολείο αντίπαλο στο άλλο, εκπαιδευτικούς ενάντια σε εκπαιδευτικούς.
Πρόκειται για το γνωστό νεοφιλελεύθερο σχέδιο της κυβερνητικής πολιτικής που βασίζεται στην ιδιωτικοποίηση και στην κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών και στη συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων. Ουσιαστικά η ίδρυση πρότυπων σχολείων αποτελεί μια εκ των προτέρων κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων.
Αλλά ας δούμε τι περιλαμβάνει ο σχεδιασμός του ΥΠΑΙΘ:
Τα σχολεία αυτά θα διοικούνται από μια ειδική, πανίσχυρη διοικούσα επιτροπή (ΔΕΠΠΣ) που διορίζεται εξ ολοκλήρου από το υπουργείο και αποφασίζει για τα ζητήματα όλων των πρότυπων - πειραματικών σχολείων της χώρας: για τον τρόπο επιλογής των μαθητών, την επιλογή των διευθυντών και των εκπαιδευτικών των σχολείων, το ωρολόγιο πρόγραμμα, τη διδακτέα ύλη, τον τρόπο και τις μεθόδους διδασκαλίας, ακόμα και για τη χρηματοδότηση των σχολείων.
Θα αξιολογεί τα πρότυπα - πειραματικά σχολεία και θα αποφασίζει αν θα παραμείνουν τέτοια ή αν θα εκπέσουν σε κοινά σχολεία. Η ΔΕΠΠΣ μεριμνά «για την προσέλκυση δωρεών, χορηγών και κάθε είδους παροχών», όπως αναφέρει ο νόμος.
Για όσες σχολικές μονάδες μετατραπούν σε πρότυπα (αφορά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση) και πειραματικά (αφορά τα δημοτικά σχολεία) ουσιαστικά θα υπάρξουν οι εξής αρνητικές ανακατατάξεις:
1. Στα σχολεία αυτά θα υπάρχει μια διαρκής αξιολόγηση των πάντων που θα κάνει ασφυκτική τη σχολική καθημερινότητα. Αναφερόμαστε βεβαίως στην αξιολόγηση-θηλιά που επιχειρεί να επιβάλει η Νίκη Κεραμέως αυτή την περίοδο στα γενικά σχολεία και συναντάει την καθολική αντίσταση των εκπαιδευτικών.
2. Στα σχολεία που θα γίνουν πρότυπα - πειραματικά χάνονται οι οργανικές θέσεις των εκπαιδευτικών που είναι οριστικά τοποθετημένοι στο συγκεκριμένο σχολείο, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 15 και 16 στο άρθρο 19 του Ν.4692.
Οι εκπαιδευτικοί αυτοί μπορούν να παραμείνουν στο σχολείο με διετή θητεία, «προκειμένου να επιμορφωθούν και προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις.
Στο τελευταίο έτος της θητείας τους αξιολογούνται, όσοι αξιολογηθούν θετικά συνεχίζουν την τετραετή θητεία τους, όσοι αξιολογηθούν αρνητικά ή δεν θελήσουν να αξιολογηθούν χάνουν την οριστική τους τοποθέτηση και τοποθετούνται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, συγκρινόμενοι με τους υπεράριθμους εκπαιδευτικούς, με βάση το σύνολο των μονάδων μετάθεσης και τις δηλώσεις προτίμησής τους σε κενές οργανικές θέσεις σχολείων της ίδιας ομάδας και, όπου αυτό δεν είναι δυνατόν, σε κενές θέσεις σχολείων όμορης ομάδας της ίδιας περιοχής μετάθεσης».
Με λίγα λόγια οι εκπαιδευτικοί, αντί να επικεντρωθούν στα εκπαιδευτικά τους καθήκοντα, ωθούνται σε ένα ατέρμονο κυνήγι προσόντων, προκειμένου να διατηρήσουν την έτσι κι αλλιώς επισφαλή θέση τους.
3. Τα εργασιακά δικαιώματα, ακόμα και το διδακτικό ωράριο των εκπαιδευτικών, τίθενται υπό αμφισβήτηση, αφού το ΥΠΑΙΘ μπορεί να το τροποποιεί κατά το δοκούν (παρ. 23 του άρθρου 19).
4. Μετατρέπεται ο ρόλος του συντονιστή εκπαιδευτικού έργου σε αξιολογητή, αφού αυτός είναι που θα διενεργεί την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών (άρθρο 20 παρ. 3β του Ν.4692/2020).
5. Η επιλογή των μαθητών δεν θα γίνεται σύμφωνα με τη διεύθυνση κατοικίας, αλλά με κλήρωση. Στα σχολεία αυτά επομένως καταργούνται τα γεωγραφικά όρια της περιοχής τους χάνοντας τη χωροθέτησή τους ως προς το μαθητικό δυναμικό του κάθε σχολείου.
Γίνεται υποχρεωτική μετακίνηση των μαθητών στις όμορες σχολικές μονάδες με τις όποιες συνέπειες στην ψυχολογία των μετακινούμενων μαθητών, στην εκπαιδευτική τους διαδικασία, αλλά και στον οικογενειακό προγραμματισμό.
6. Τέλος, για τα σχολεία αυτά θεσμοθετείται η προσέλκυση χορηγών (άρθρο 23), η συμμετοχή του δήμου, του συλλόγου γονέων, συλλόγων αποφοίτων (βλέπε Αρσάκειο κτλ), αλλά και εξωσχολικών «προσωπικοτήτων» μέσω του Συμβουλίου Στήριξης του σχολείου (άρθρο 22).
Αυτό αποφασίζει για θέματα που σχετίζονται με την προσφορά του σχολείου στην τοπική κοινωνία, μεριμνά για θέματα που σχετίζονται με την υλικοτεχνική υποδομή και τους οικονομικούς πόρους του σχολείου, καθώς και με την αξιοποίηση και διάθεση των οικονομικών πόρων της σχολικής μονάδας, πέραν όσων διαχειρίζεται η αρμόδια Σχολική Επιτροπή.
Είναι φανερό ότι την ίδια ώρα που υπουργείο και κυβέρνηση επιχειρούν να «ξύσουν» τον δημόσιο, καθολικό και δωρεάν χαρακτήρα των δημόσιων σχολείων, από την άλλη φροντίζουν να φτιάξουν ειδικά σχολεία για λίγους και εκλεκτούς, που θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και με τις προδιαγραφές των ακριβών ιδιωτικών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου