Από την αρχή της φετινής σχολικής χρονιάς στη χώρα μας τα σχολεία είναι ανοιχτά 12 εβδομάδες και πλήρως κλειστά 15 εβδομάδες. (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1)
Στη διάρκεια ενός σχολικού έτους από την αντίστοιχη περσινή ημερομηνία, έχουμε 21 από τις 38 εβδομάδες του σχολικού έτους, πλήρως κλειστά σχολεία, όταν ο ευρωπαϊκός Μ.Ο. για πλήρως κλειστά σχολεία είναι 17 εβδομάδες και ο παγκόσμιος Μ.Ο. είναι 14 εβδομάδες. (στοιχεία της UNESCO).
Στα παραπάνω στοιχεία δεν υπολογίζουμε τα σχολεία που κατά την περίοδο λειτουργίας τους, έκλεισαν για 2 εβδομάδες, είτε ολικώς είτε μερικώς, λόγω εμφάνισης κρουσμάτων COVID. Παρά το γεγονός ότι το ΥΠΑΙΘ δεν δίνει στοιχεία για το πόσες διαφορετικές σχολικές μονάδες έχουν κλείσει από τις 16 Σεπτεμβρίου, εμείς με βάση τα στοιχεία που διαθέτουμε, τις υπολογίζουμε σε πάνω από 3000 σχολικές μονάδες. Επίσης, από τα στοιχεία που διαθέτουμε, από τις 11 Ιανουαρίου έως σήμερα έχουν κλείσει – μερικώς ή ολικώς – 1439 Σχολικές μονάδες. (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2).
Επομένως, έχουμε στη χώρα κλειστά τα σχολεία μας (και τα πανεπιστήμια) με διάρκεια μεγαλύτερη από τις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Το εξοργιστικό βρίσκεται στο γεγονός ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Πώς; Με ποιον τρόπο; Εάν η κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ είχαν πάρει μέτρα αραίωσης των μαθητών, εάν είχαν εντείνει τα προληπτικά μέτρα εντός των σχολείων, εάν είχαν γίνει εξαντλητικές ιχνηλατήσεις, εάν είχαν ενισχύσει τη δωρεάν πρωτοβάθμια υγεία και φροντίδα, εάν είχαν προσλάβει τα απαραίτητο διδακτικό προσωπικό. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της βρετανικής κυβέρνησης, όταν οι τάξεις λειτουργούν με μισή χωρητικότητα (είτε με διαμοιρασμό των μαθητών είτε μέσω μορφών εβδομαδιαίας εναλλαγής), τότε υπάρχει μια επίδραση στην αναχαίτιση του ρυθμού αναπαραγωγής R της λοίμωξης.
Και βέβαια τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά, αν τα αναγκαία μέτρα για τα σχολεία τα είχαν συνδυάσει με μέτρα για το δημόσιο υγειονομικό σύστημα, για τις δημόσιες συγκοινωνίες, για την ουσιαστική κάλυψη των εργαζομένων στις επιχειρήσεις και τους μαζικούς χώρους εργασίας.
Αντί γι αυτά έκαναν ένα τεράστιο ΤΙΠΟΤΑ για τις δημόσιες ανάγκες. Το μόνο που συνεχίζουν να σκέφτονται είναι πώς θα χρηματοδοτήσουν το ιδιωτικό κεφάλαιο (σε πολλές περιπτώσεις με απευθείας αναθέσεις και με σκανδαλώδεις συμβάσεις) και πώς θα ενισχύσουν χρηματικά τα φιλικά τους ΜΜΕ για να τους λιβανίζουν από το πρωί ως το βράδυ, αδιαφορώντας και περικόπτοντας τις κρατικές δαπάνες για την κοινωνία. Ταυτόχρονα η χώρα μας κατατάσσεται στις χειρότερες παγκοσμίως στην ενημέρωση των πολιτών, ενώ η ψηφιακή ενημέρωση είναι ανύπαρκτη έως ελλιπής.
Τέλος, οποιαδήποτε είδηση ελέγχεται, ώστε να βγαίνουν προς τα έξω μόνο οι ειδήσεις που ταιριάζουν με το κυβερνητικό αφήγημα. Όλοι/ες γνωρίζουμε ότι ο «κανόνας της σιωπής» είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται στο χώρο «των συνδικάτων του εγκλήματος» και στις κατά τόπους «Μαφίες» και όχι στις δημοκρατικές κοινωνίες.
Στο παρακάτω γράφημα (Γράφημα 1) προβάλλουμε την καμπύλη κρουσμάτων στα σχολεία, επί της καμπύλης κρουσμάτων ανά εκατομμύριο κατοίκων. Φαίνεται καθαρά ότι η καμπύλη των κρουσμάτων που παρουσιάστηκαν στα σχολεία, ειδικά το διάστημα από αρχές Ιανουαρίου έως το κλείσιμό τους στις αρχές Φεβρουαρίου, διαφοροποιείται από την καμπύλη κρουσμάτων στο σύνολο του πληθυσμού. Και μάλιστα στην καμπύλη αυτή δεν μετέχουν τα μισά περίπου Λύκεια της χώρας, δηλαδή μαθητές των ηλικιών που νοσούν και ίσως να μεταδίδουν τον ιό, στον ίδιο βαθμό με τον γενικό πληθυσμό. Την περίοδο στην οποία αναφερόμαστε (κόκκινη περιγράμμιση), υπήρχε lockdown στον γενικό πληθυσμό και θερμοκρασίες χειμώνα, σε αντιδιαστολή με τα προηγούμενα χρονικά διαστήματα, όπου δεν υπήρχε lockdown και επικρατούσαν υψηλές φθινοπωρινές θερμοκρασίες.
Τι συμπέρασμα μπορεί να βγει από το γράφημα αυτό;
Η απόσταση της καμπύλης των σχολικών κρουσμάτων από την καμπύλη των γενικών κρουσμάτων, δείχνει κατά την άποψή μας, ότι τα σχολικά κρούσματα επιτείνονται εντός του σχολικού χώρου, λόγω της ανυπαρξίας των μέτρων που προαναφέραμε και τα οποία ΔΕΝ ελήφθησαν. Εάν τα μέτρα αυτά είχαν ληφθεί, τότε ίσως να είχαμε εναρμόνιση των δύο καμπυλών ή κλείσιμο της απόστασης.
Υπάρχουν ευθύνες; ΝΑΙ. Οι ευθύνες είναι κυβερνητικές, πολιτικές. Αλλά υπάρχουν και προσωπικές ευθύνες της υπουργού παιδείας, η οποία αντί να ακούσει τα αιτήματα και τις προτάσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας και του εκπαιδευτικού κινήματος, βγαίνει με ύφος μητριάς της Χιονάτης να υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει καλύτερη από αυτήν. Και συνεχίζει να μας εμπαίζει. Το θέμα είναι πόσο ακόμα θα ανεχόμαστε την υπουργό παιδείας και την πολιτική της.
Η πρωτοφανής, μακρόχρονη αναστολή λειτουργίας των σχολείων έχει προκαλέσει ανυπολόγιστες συνέπειες στην κοινωνική ανάπτυξη, την ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη, στη μορφωτική ανισότητα και τη μορφωτική κατάσταση των παιδιών. Για να μιλήσουμε μόνο για τις μορφωτικές συνέπειες, το θέμα δεν είναι αν «θα βγάλουμε την ύλη», αλλά τι τελικά έχουν κατανοήσει τα παιδιά από αυτή την ύλη. Πόσοι/ες μαθητές/τριες έχουν κατακτήσει βασικούς διδακτικούς στόχους της τάξης τους. Πόσο έχουν διευρυνθεί τα μορφωτικά ελλείμματα και οι ταξικές εκπαιδευτικές ανισότητες; Τι αποτελέσματα θα έχει ο μακρόχρονος εγκλεισμός των παιδιών στα σπίτια τους και η πολύωρη, σχεδόν ολοήμερη έκθεσή τους στην οθόνη των κινητών, των tablet και των laptop, για να κάνουν μάθημα, για να παίξουν, για να επικοινωνήσουν; Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Παρά τις ηρωικές προσπάθειες εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών, μιλάμε πλέον για μια χαμένη γενιά. Επίσης, δεδομένου ότι το ΥΠΑΙΘ συζητά για άνοιγμα της δευτεροβάθμιας με τους ίδιους όρους που έκλεισε, με μοναδική εξαίρεση τα αμφισβητούμενης αξιοπιστίας self test, λογικό είναι να προκαλεί σύγχυση, ανησυχία και φόβο, τόσο στους εκπαιδευτικούς, όσο και στους γονείς. Και μόνο το γεγονός ότι αρκετοί-ες εκπαιδευτικοί θα υποχρεωθούν να χρησιμοποιήσουν τα ΜΜΜ για να πάνε στο χώρο εργασίας τους, φτάνει και περισσεύει. (Το Σάββατο το πρωί η μέση αναμονή λεωφορείου/τρόλει στην οδό Αχαρνών – από τους πλέον πολυσύχναστους δρόμους της χώρας – ήταν πάνω από 17λεπτά…)
Γράφημα 1:
Συμπέρασμα: Η πολιτική ακορντεόν, ανοίγω-κλείνω τα σχολεία με τους ίδιους όρους, οδήγησε σε μια χωρίς προηγούμενο εκπαιδευτική κρίση. Η πολιτική ευθύνη για αυτό το παιδαγωγικό έγκλημα ανήκει στην κυβέρνηση. Απαιτείται το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων, με συγκεκριμένο βραχυχρόνιο πρόγραμμα εμβολιασμού των εκπαιδευτικών, αξιόπιστα τεστ σε όλα τα σχολεία, έως 15 μαθητές στο τμήμα, καθαριότητα, υγειονομικά μέτρα, ενίσχυση της δημόσιας υγείας και των ΜΜΜ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου