Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Το αίσχος της Δανειακής Σύμβασης

Του Νότη Μαριά*

Η δανειακή σύμβαση Ελλάδας - κρατών ευρωζώνης συνιστά αποικιοκρατική σύμβαση με σημαντικές πολιτικε'ς, οικονομικές, κοινωνικές και λοιπές επιπτώσεις για τη χώρα. Υπογράφτηκε από την Ελλάδα και τις χώρες - μέλη της ευρωζώνης πλην της Γερμανίας. Αντί για τη Γερμανία τη σύμβαση υπέγραψε η τράπεζα KfW «που υπόκειται στις οδηγίες, τελεί υπό την εγγύηση και ενεργεί προς το δημόσιο συμφέρον της Γερμανίας».
Η δανειακή σύμβαση υπόκειται στους όρους και τις προϋποθέσεις του μνημονίου αλλά και των σχετικών αποφάσεων των χωρών της ευρωζώνης για το μηχανισμό στήριξης της Ελλάδας μέσω κοινά οργανωμένων διμερών δανείων.

Τα δεκαπέντε κράτη της ευρωζώνης υπέγραψαν επίσης σχετική Συμφωνία Πιστωτών, με την οποία ανέθεσαν στην Επιτροπή καθήκοντα συντονισμού και διαχείρισης των διμερών δανείων που θα χορηγήσουν στην Ελλάδα συνολικού ποσού 80 δισ. ευρώ.

Η δανειακή σύμβαση προβλέπει ότι τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο θα βασιστούν στο 3μηνο Euribor που σήμερα ανέρχεται σε 1,03%. Στα εν λόγω επιτόκια αποφασίστηκε να προστεθεί επιπλέον επιτόκιο 3% για δάνεια τριετούς διάρκειας ή επιτόκιο 4% για δάνεια άνω των τριών ετών. Επίσης αποφασίστηκε να προστεθεί και 0,5% ως εφάπαξ ποσό αμοιβής για υπηρεσίες και κάλυψη λειτουργικών δαπανών των δανειστών! Το ποσό αυτό στο σύνολο των 80 δισ. ευρώ ανέρχεται στο όχι ευκαταφρόνητο ποσό των 400 εκατομμυρίων ευρώ!

Έτσι με τη σύναψη της δανειακής σύμβασης και την κύρωση του μνημονίου η χώρα απώλεσε σημαντικό μέρος της εθνικής της κυριαρχίας προκειμένου να λάβει, εάν λάβει, ποσό 80 δισ. ευρώ με τοκογλυφικό επιτόκιο.


Περισσότερο δε που η Ελλάδα θα μπορούσε ήδη μέχρι 31 Μαρτίου 2010, να έχει δανειστεί άνετα από τις διεθνείς αγορές τουλάχιστον το ποσό των 53,4 δισ. ευρώ που χρειαζόταν για το 2010 και μάλιστα με μέσο επιτόκιο περί το 6,2% χωρίς να έχει παραιτηθεί από την άσκηση της εθνικής της κυριαρχίας σε σημαντικούς τομείς και χωρίς να έχει μετατραπεί σε οικονομικό προτεκτοράτο του ΔΝΤ και της ευρωζώνης υπό τον έλεγχο της τρόικας.

Αν και κανένας από τους δανειστές δεν εφαρμόζει το αγγλικό δίκαιο αφού πρόκειται για χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης όπου ισχύει το δίκαιο των κωδίκων, η δανειακή σύμβαση επιβάλλει ως εφαρμοστέο δίκαιο το αγγλικό δίκαιο, δηλαδή ένα κλάδο δικαίου που δεν ανήκει στο ηπειρωτικό δίκαιο αλλά στο σύστημα του κοινού δικαίου. Η λύση αυτή επιβλήθηκε από τους δανειστές διότι το αγγλικό δίκαιο εφαρμόζει το δίκαιο των δικαστικών αποφάσεων των αγγλικών δικαστηρίων που έχουν διαμορφώσει μια νομολογία επί εκατονταετίες, η οποία είναι ιδιαίτερα σκληρή έναντι του οφειλέτη και υπερασπίζεται κυρίως τα δικαιώματα του δανειστή.

Οι δανειστές μπορούν να εκχωρήσουν ή να μεταβιβάσουν με κάθε άλλο τρόπο οποιαδήποτε από τα δικαιώματα τους υπό την προϋπόθεση προηγούμενης γραπτής συναίνεσης όλων των δανειστών. Ο δανειολήπτης (δηλαδή η Ελλάδα) δεν μπορεί να αντιτάξει αντιρρήσεις στο ζήτημα αυτό. Επίσης κατ' εξαίρεση ένας δανειστής έχει δικαίωμα μονομερώς να εκχωρήσει ή και να μεταβιβάσει είτε μέρος των δικαιωμάτων του στο πλαίσιο ανακατανομής των συμμετοχών των δανειστών είτε οποιοδήποτε από τα δικαιώματα του στο κράτος - μέλος που είναι ο εγγυητής του.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι υπό όρους είναι δυνατό το ελληνικό χρέος δυνάμει της εν λόγω σύμβασης να εκχωρηθεί ή να «πουληθεί» στην Τουρκία ή σε άλλες ενδιαφερόμενες χώρες.
Δεδομένου ότι στους δανειστές συμπεριλαμβάνεται και η γερμανική κρατική τράπεζα KfW, η οποία θα δανειοδοτήσει την Ελλάδα με 22,3 δισ. ευρώ το ελληνικό χρέος είναι δυνατό να τιτλοποιηθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του δικαίου της ΕΕ και να αποτελέσει αντικείμενο διεθνών συναλλαγών καταλήγοντας στα χέρια κερδοσκόπων και άλλων τρίτων χωρών.

Σύμφωνα με το άρθρο 8 οι δανειστές μπορούν να καταγγείλουν τη δανειακή σύμβαση για ορισμένους λόγους που αναλύονται παρακάτω.
Στην περίπτωση αυτή οι δανειστές με γραπτή ειδοποίηση μπορούν «να ακυρώσουν τη Δανειακή Διευκόλυνση και /ή να απαιτήσουν το ανεξόφλητο κεφάλαιο των Δανείων ως άμεσα απαιτητό και πληρωτέο μαζί με τους δεδουλευμένους τόκους».

Λόγοι καταγγελίας είναι: Πρώτο, αδυναμία εκ μέρους της Ελλάδας καταβολής οποιουδήποτε ποσού σε κάποιον από τους ως άνω δανειστές. Επομένως εάν έστω και ένας από τους δανειστές δεν εξοφληθεί οι υπόλοιποι δικαιούνται να καταγγείλουν τη σύμβαση.
Δεύτερο, αδυναμία τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από το μνημόνιο. Δηλαδή σε περίπτωση μη εφαρμογής των διαφόρων αντιασφαλιστικών και αντιεργασιακών νόμων.
Τρίτο, για οποιεσδήποτε παράνομες ή παραπλανητικές ενέργειες των ελληνικών αρχών.
Τέταρτο, όταν η Ελλάδα δεν εξοφλήσει εμπρόθεσμα τις οφειλές της προς το ΔΝΤ!
Πέμπτο, αν η δανειακή σύμβαση κριθεί παράνομη και άκυρη από το Δικαστήριο της ΕΕ!
Έκτο, αν η Ελλάδα προχωρήσει σε αναστολή πληρωμών για ποσό κεφαλαίου που υπερβαίνει τα 250 εκατομμύρια ευρώ.


Σύμφωνα με το άρθρο 14.5 «ο Δανειολήπτης αμετάκλητα και άνευ όρων παραιτείται από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά στον ίδιο ή τα περιουσιακά του στοιχεία από νομικές διαδικασίες σε σχέση με την παρούσα Σύμβαση, περιλαμβανομένων, χωρίς περιορισμούς, της ασυλίας όσον αφορά στην άσκηση αγωγής, δικαστική απόφαση ή άλλη διαταγή, κατάσχεση, αναστολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης ή προσωρινή διαταγή και όσον αφορά στην εκτέλεση και επιβολή κατά των περιουσιακών στοιχείων του στο βαθμό που δεν το απαγορεύει αναγκαστικός νόμος».

Μάλιστα σύμφωνα με το σημείο 10 του υποδείγματος της νομικής γνωμοδότησης «ούτε ο δανειολήπτης ούτε τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας ή διαφορετικά λόγω της δικαιοδοσίας, κατάσχεσης -συντηρητικής ή αναγκαστικής- ή αναγκαστικής εκτέλεσης σε σχέση με οποιαδήποτε ενέργεια ή διαδικασία σχετικά με τη Σύμβαση».

*Ο Νότης Μαρίας είναι αναπληρωτής καθηγητής Θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης, και το κείμενο του δημοσιεύτηκε στο "Πριν" 19/12.

Δεν υπάρχουν σχόλια: