Τι λέει κείμενο της Τράπεζας της Ελλάδος από το 1978 για τις πολεμικές επανορθώσεις.
Η αλήθεια είναι ότι η επίσημη βιβλιογραφία για την υπόθεση των επανορθώσεων απευθύνεται περισσότερο στους ερευνητές παρά στο ευρύ κοινό. Στην πραγματικότητα τα κείμενα συντάχθηκαν στα πρώτα μετακατοχικά χρόνια και αφορούν σε μελέτες που έγιναν από γραφειοκράτες του υπουργείου Οικονομικών, αλλά και ειδικούς που εργάστηκαν για λογαριασμό του δημοσίου στο πλαίσιο των διεθνών διασκέψεων.
Επίσης, υπάρχουν αναφορές στις εκθέσεις των διοικητών της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, ενώ ειδικά κεφάλαια περιλαμβάνονται σε εκδόσεις της Τράπεζας της Ελλάδος με επετειακό χαρακτήρα που έχουν εξαντληθεί και ο αναγνώστης μπορεί να τα αναζητήσει μόνο στην βιβλιοθήκη της κεντρικής Τράπεζας.
Στην επετειακή έκδοση για τα πενήντα χρόνια της Τράπεζας της Ελλάδος, που εκδόθηκε το 1978 και έχει εξαντληθεί, για το θέμα των επανορθώσεων αναφέρονται μεταξύ των άλλων: «...Η διάσκεψη για τις επανορθώσεις που έγινε μεταπολεμικά στο Παρίσι (Paris conferebce on Reparations) δέχθηκε ότι η αξία των υλικών ζημιών της Ελλάδος από τον πόλεμο έφτασε στα 3.813.407.000 δολάρια. Υπολόγισε επίσης το συνολικό ύψος των υλικών ζημιών, των εξόδων κατοχής και των κυβερνητικών δαπανών κατά το διάστημα του πολέμου και της κατοχής στο ποσό των 8.451.833.000 δολαρίων. Σε αυτό η ελληνική κυβέρνηση πρόσθεσε τη δαπάνη για πολεμικές συντάξεις και την αξία των παραγωγικών μέσων και κεφαλαίου κινήσεως που χάθηκαν στην κατοχή...».
Επίσης σε άλλο κεφάλαιο αναφέρονται επίσης: «...Στις διεθνείς διασκέψεις που είχαν συγκληθεί αμέσως μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για να ρυθμίσουν το θέμα των επανορθώσεων, η Ελλάς παρουσίασε ως απαιτήσεις της για τις καταστροφές που είχε υποστεί, τα ποσά αυτά αναγράφονται στον πίνακα:
Στους αριθμούς αυτούς δεν περιλαμβάνονταν οι ζημίες που είχαν υποστεί οι αρχαιολογικοί θησαυροί της χωράς, οι ζημίες των Ελλήνων εκτός της Ελλάδος, τα ποσά που δαπανήθηκαν για τον καθαρισμό των θαλασσών από νάρκες κ.λπ.
Το θέμα των επανορθώσεων το ρύθμισαν οι συμφωνίες της Κριμαίας, του Πότσδαμ και των Παρισίων. Με την τελευταία αυτή συμφωνία, από 14 Ιανουαρίου 1946, καθορίστηκαν τα ποσοστά συμμετοχής της Ελλάδος στις επανορθώσεις που θα κατέβαλλε η Γερμανία, ως εξής: 4,35 % του συνόλου των βιομηχανικών εγκαταστάσεων που υποχρεώθηκε να παραχωρήσει και 2,7% του συνόλου των άλλων ειδών (γερμανικές περιουσίες εξωτερικού και γερμανική παραγωγή). Το ποσοστό συμμετοχής στη διανομή του εμπορικού στόλου της Γερμανίας καθορίστηκε για την Ελλάδα σε 4,99%.
Η Ελλάς θεώρησε άδικη τη συμφωνία των Παρισίων, γιατί τα ποσοστά αυτά ήταν πολύ μικρά σε σχέση με τις καταστροφές που έχει υποστεί. Εξάλλου δεν ήταν νοητό, κράτη, που με την αξία των γερμανικών περιουσιών στο έδαφός τους εκάλυπταν μεγάλο μέρος των ζημιών τους, να λαμβάνουν συγχρόνως και επανορθώσεις πριν ικανοποιηθούν κατά το ίδιο μέτρο τα κράτη όπου οι γερμανικές περιουσίες ήταν ασήμαντες, όπως συνέβαινε με την Ελλάδα όπου η αξία των υπό μεσεγγύηση γερμανικών περιουσιών υπολογιζόταν σε 2,4 εκατ. δολάρια.
Ως το οικονομικό έτος 1947 - 1948 είχαν δοθεί στην Ελλάδα ως γερμανικές επανορθώσεις εμπορικά πλοία αξίας 7,5 εκατ. μαρκών και βιομηχανικό υλικό αξίας 10,2 εκατ. μάρκων. Τα πλοία εκποιήθηκαν και το αντίτιμο εμφανίσθηκε ως έσοδο του προϋπολογισμού. Η αξία των ειδών που προορίζονταν για τις δημόσιες υπηρεσίες αποτέλεσε αύξηση της περιουσίας του δημοσίου. Ως έσοδο του προϋπολογισμού εμφανίσθηκε η αξία του βιομηχανικού υλικού που εκποιήθηκε από το κράτος...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου